Σε κρίσιμο σημείο βρίσκονται οι σχέσεις ΔΕΗ-ΛΑΡΚΟ αναφορικά με το φλέγον θέμα της τιμής που η δεύτερη πληρώνει την ηλεκτρική ενέργεια για τη λειτουργία της μεταλλουργίας νικελίου στη Λάρυμνα. Παρά τις διαβεβαιώσεις της διοίκησης της ΔΕΗ ότι έχει συμφωνήσει με τη ΛΑΡΚΟ, (δεύτερος μεγαλύτερος καταναλωτής ηλεκτρικής ενέργειας), τους όρους προμήθειας, η πραγματικότητα είναι ότι συμφωνία στη βάση των όσων αποφάσισε η γενική συνέλευση μετόχων της ΔEΗ δεν έχει επιτευχθεί.
Οι λόγοι για την εξέλιξη αυτή, είναι τόσο η υψηλή τιμή της κιλοβατώρας, που προκύπτει και καθιστά ζημιογόνα τη λειτουργία της ΛΑΡΚΟ, αλλά κυρίως οι κίνδυνοι που εγκυμονεί η διαδικασία που επελέγη από τη ΔΕΗ. Δηλαδή καθορισμός και διαμόρφωση των τιμολογίων από τη γενική συνέλευση των μετόχων της επιχείρησης και όχι μετά από διαπραγματεύσεις μεταξύ προμηθευτή (ΔΕΗ) και πελάτη (ΛΑΡΚΟ).
Σύμφωνα με τις πληροφορίες του Euro2day.gr, η διοίκηση της μεταλλουργίας έχει ήδη διαμηνύσει στη διοίκηση της ΔEΗ ότι με βάση τη διαδικασία που ακολουθείται (έγκριση τιμολογίων από τη γ.σ. μετόχων της ΔΕΗ), η παρέμβαση του Ελληνικού Δημοσίου ως μετόχου της ΔEΗ στην παροχή «εκπτώσεων», οδηγεί αυτομάτως στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για κρατική ενίσχυση.
Η ΛΑΡΚΟ έχει λόγους να είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη στο θέμα αυτό, καθώς έχει ήδη επιδικαστεί από τα Ευρωπαϊκά όργανα σε βάρος της, η επιστροφή στο Δημόσιο ποσού περίπου 150 εκατομμυρίων που έχει χαρακτηριστεί ως παράνομη κρατική ενίσχυση. Έτσι και προκειμένου να προχωρήσει στην υπογραφή σύμβασης με τη ΔΕΗ, στη βάση των αποφάσεων της γενικής συνέλευσης των μετόχων, δηλαδή του Ελληνικού Δημοσίου, προτείνει να τεθεί στη Γ.Δ. Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ερώτημα προς γνωμοδότηση, ώστε να είναι καλυμμένες όλες οι πλευρές. Επίσης προτείνει η έκπτωση που αποφάσισε η γ.σ. της ΔEΗ, να χαρακτηριστεί ως «έκπτωση όγκου», λόγω της υψηλής κατανάλωσης (περίπου το 2,5% της εγχώριας ζήτησης), όπως έχει δικαίωμα να κάνει κάθε προμηθευτής στους μεγάλους πελάτες του.
Ωστόσο το θέμα είναι ευρύτερο και αφορά στο σύνολο σχεδόν της βιομηχανίας. Παρά δηλαδή την επικοινωνιακή προβολή της απόφασης της γενικής συνέλευσης από την προηγούμενη κυβέρνηση, ως μέσου για τη μείωση του ενεργειακού κόστους της βιομηχανίας, η πραγματικότητα οδηγεί σε επικίνδυνες καταστάσεις που προσθέτουν προβλήματα παρά λύνουν. ¨Οσο δε θα συνεχίζουν κυβερνήσεις και διοικήσεις της ΔEΗ να αρνούνται διαπραγματεύσεις με βάση πραγματικά δεδομένα κόστους για ΔEΗ και καταναλωτικού προφίλ για τους πελάτες της, τα προβλήματα αυτού του είδους θα ανακυκλώνονται σε βάρος της βιομηχανίας, αλλά και της ίδιας της ΔEΗ.
Ενστάσεις αντίστοιχες με αυτές της ΛΑΡΚΟ για τον τρόπο που λαμβάνονται αποφάσεις εμπορικού χαρακτήρα από τη ΔEΗ, είχε εκφράσει και ο ΣΕΒ. Σε επιστολή του, λίγες μέρες πριν από τις εκλογές προς τη διοίκηση της ΔEΗ, για τα υψηλά τιμολόγια με τα οποία χρεώνονται οι βιομηχανίες, επεσήμαινε μεταξύ άλλων και τα εξής:
«Πιο συγκεκριμένα, μία σειρά γεγονότων μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η Διοίκηση τη ΔΕΗ αντί να ενθαρρύνει τις διαπραγματεύσεις με τους μεγάλους πελάτες-καταναλωτές για τη σύναψη διμερών συμβολαίων με αυτούς, βασιζόμενη στο ρυθμιστικό πλαίσιο και τις υποδείξεις της ΡΑΕ και της Ε.Ε., επιλέγει να αποξενωθεί από το δικαίωμά της να ασκεί την εμπορική της πολιτική και παραπέμπει τις αποφάσεις σε όργανα, όπως η Γενική Συνέλευση των Μετόχων της. Η πρακτική αυτή θεωρούμε ότι εγκυμονεί κινδύνους για τα μέλη μας-μεγάλους πελάτες σας, λόγω της ιδιότητας του βασικού μετόχου της ΔEΗ που είναι το Ελληνικό Κράτος ώστε να θεωρηθεί από κακόπιστους, ότι η τιμολογιακή πολιτική που εφαρμόζεται στους πελάτες αυτούς είναι αποτέλεσμα κρατικών αποφάσεων».
Τέλος να σημειωθεί ότι η ΛΑΡΚΟ για το 2013 που ίσχυε σύμβαση με τη ΔΕΗ (για το 2014 δεν έχει υπογραφεί, όπως και για το 2015), χρεωνόταν με περίπου 70 ευρώ τη μεγαβατώρα (1.000 κιλοβατώρες), όταν οι αντίστοιχες μεταλλουργίες στην Ευρώπη χρεώνονται από τους προμηθευτές του με 30-35 ευρώ και στις ΗΠΑ με πολύ λιγότερα. Οι υψηλές χρεώσεις στην ηλεκτρική ενέργεια, σε συνδυασμό με τις διακυμάνσεις της τιμής του νικελίου, έχουν καταστήσει τη μεταλλουργία προβληματική με λειτουργικές ζημιές και υψηλές υποχρεώσεις.