Κενά, αλληλοεπικαλύψεις και δυσκολίες εφαρμογής στο νόμο που προβλέπει το νέο τρόπο υπολογισμού των συντάξεων από την 1η Ιανουαρίου 2015 διαπιστώνουν οι υπηρεσίες των ασφαλιστικών ταμείων, την ίδια στιγμή που η τρόικα ανοίγει θέμα μείωσης της κατώτατης σύνταξης.
Μια δυσάρεστη έκπληξη περίμενε την ηγεσία του υπουργείου Εργασίας στο Παρίσι, καθώς εκτός από τις ασφυκτικές πιέσεις για αλλαγές στα εργασιακά, οι εκπρόσωποι των δανειστών αξίωσαν την μείωση της κατώτατης σύνταξης. Το θέμα, που υπό τον τίτλο «αναλογικότητα εισφορών – παροχών» έχει τεθεί στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων εδώ και καιρό, η ελληνική κυβέρνηση ήλπιζε να το αντιμετωπίσει με την εφαρμογή του νόμου 3863 του 2010. Και αυτό, γιατί σε βάθος χρόνου, η εφαρμογή της βασικής και της συμπληρωματικής – αναλογικής σύνταξης θα οδηγήσει στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Όμως, οι δανειστές ζητούν οι τελικές παροχές – συντάξεις να είναι αντίστοιχες των εισφορών που έχουν καταβληθεί και αυτό να ισχύσει από το 2015. Κάτι, που θα είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση των συντάξεων κατά τουλάχιστον 30%, άμεσα.
Με την εφαρμογή όμως του νόμου Λοβέρδου – Κουτρουμάνη, η μείωση γίνεται σταδιακά, με αποτέλεσμα, όπως σημείωνε και η Τράπεζα της Ελλάδος, στην προηγούμενη έκθεσή της για τη νομισματική πολιτική, το ποσοστό αναπλήρωσης θα περιοριστεί κατά μέσο όρο σε 48,5% την περίοδο 2020-2060, έναντι 95,7% πριν από την ασφαλιστική μεταρρύθμιση. Οι δανειστές, πιέζουν η μείωση αυτή να γίνει πιο γρήγορα.
Σε ανακοίνωσή του πάντως, το υπουργείο Εργασίας τονίζει ότι για την ελληνική πλευρά δεν τίθεται θέμα μείωσης των κατώτατων συντάξεων.
Τα 14 αγκάθια
Την ίδια στιγμή, οι υπηρεσίες των ασφαλιστικών ταμείων έχουν πάρει φωτιά. Στη Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων έχει συσταθεί επιτροπή, υπό την προεδρεία του Γενικού Γραμματέα Παναγιώτη Κοκκόρη, προκειμένου να επιτευχθεί η έγκαιρη και χωρίς προβλήματα εφαρμογή του νόμου. Τα προβλήματα είναι πολλά, καθώς πρόκειται για έναν νόμο που αλλάζει το ασφαλιστικό τοπίο της χώρας και καθιερώνει την καταβολή αναλογικής σύνταξης παράλληλα με τη βασική.
Τα προβλήματα
• Κανείς στις υπηρεσίες των ασφαλιστικών ταμείων δεν γνωρίζει το ύψος της βασικής σύνταξης. Παρά την εντύπωση που έχει δημιουργηθεί, πως η βασική σύνταξη θα είναι 360 ευρώ, ο νόμος ορίζει την καθιέρωση βασικής σύνταξης, «η οποία για το 2010 ορίστηκε σε 360 ευρώ, για 12 μήνες». Το πραγματικό ποσό για το 2015 θα καθοριστεί με υπουργική απόφαση και πιθανότατα θα είναι κάτω των 360 ευρώ, αφού οι συντάξεις από το 2010 έχουν μειωθεί σημαντικά.
• Στον αέρα βρίσκονται όλες οι διατάξεις περί διαδοχικής ασφάλισης.
• Σε γκρίζα ζώνη είναι και το θέμα του ΕΚΑΣ.
• Οι υπηρεσίες του ΙΚΑ, του ΟΑΕΕ αλλά και των ΕΤΑΑ και ΕΤΑΠ-ΜΜΕ διαπιστώνουν σημαντικό πρόβλημα στην εφαρμογή του νόμου, αναφορικά με το θεμελιωμένο δικαίωμα σε σύνταξη αναπηρίας. Επισημαίνουν ότι απαιτείται νομοθετική ρύθμιση.
• Μεγάλο πρόβλημα υφίσταται για τους ασφαλισμένους που θεμελιώνουν προϋποθέσεις σύνταξης γήρατος από 1/1/2013 έως 31/12/2014. Σύμφωνα με το νόμο, για τη συγκεκριμένη ομάδα ασφαλισμένων, για κάθε πλήρες έτος ασφάλισης κατά τη διετία αυτή, καθορίζεται ετήσιο ποσοστό υπολογισμού της σύνταξης που δεν μπορεί να υπερβαίνει το 2% επί των συντάξιμων αποδοχών ή των ασφαλιστικών κατηγοριών. Το ΙΚΑ και το ΕΤΑΑ δεν έχουν εφαρμόσει τη διάταξη αυτή, με αποτέλεσμα να έχουν εκδοθεί σωρεία συνταξιοδοτικών αποφάσεων με βάση την προηγούμενη νομοθεσία. Το πρόβλημα μεγαλώνει, καθώς ο ΟΑΕΕ εφαρμόζει την διάταξη. Συνεπώς, είτε πρέπει να απαλειφθεί η διάταξη, είτε να τροποποιηθούν οι συνταξιοδοτικές αποφάσεις.
• Το όριο ηλικίας λήψης της βασικής σύνταξης λόγω γήρατος έχει οριστεί στο 65ο έτος. Όμως, με το νόμο 4093 του 2012, το όριο για πλήρη συνταξιοδότηση έχει αυξηθεί κατά 2 χρόνια, στα 67. Επομένως, θα πρέπει να τροποποιηθεί η διάταξη του άρθρου 2.
• Δεν υπάρχει ενιαίο ποσοστό αναπηρίας βάσει του οποίου θα υπολογίζεται μειωμένη και η βασική σύνταξη. Εάν δεν αλλάξει η διάταξη, θα παρατηρηθεί το φαινόμενο, να χορηγείται πλήρης η αναλογική σύνταξη και μειωμένη η βασική!
• Δεν έχει αποσαφηνιστεί τι ισχύει με τη χορήγηση βασικής σύνταξης στον επιζώντα σύζυγο, συνταξιούχο θανάτου που απασχολείται ή εργάζεται.
• Μπέρδεμα υπάρχει και με το ποιος φορέας θα χορηγεί τη βασική σύνταξη, σε περίπτωση διπλοσυνταξιούχων με δύο πλήρεις σε ποσό συντάξεις.
• Για τους ανασφάλιστους υπερήλικες και τους ασφαλισμένους με λιγότερα από 15 χρόνια ασφάλισης, ο μεταγενέστερος νόμος 4093 του 2012 προβλέπει αυστηρότερο πλαίσιο από αυτό που έχει τεθεί στο άρθρο 2 του 3863.
• Δεν γνωρίζει κανένα ταμείο εάν όταν η κυβέρνηση αποφασίσει μειώσεις συντάξεων, αυτές θα υπολογίζονται στο συνολικό ποσό, ή δεν θα λαμβάνεται υπόψη η βασική σύνταξη.
• Στο νόμο δεν έχει προβλεφθεί κρατική χρηματοδότηση για τη βασική σύνταξη από τα ταμεία των αυτοαπασχολουμένων, δικηγόρων, γιατρών και συμβολαιογράφων (ΕΤΑΑ), των δημοσιογράφων (ΕΤΑΠ ΜΜΕ) και του προσωπικού της Τράπεζας της Ελλάδος.
• Απαιτείται νομοθετική αποσαφήνιση για το πιο ημερομίσθιο (αυτό με τη μείωση κατά 22% ήτοι 26,18 ευρώ ή αυτό που προβλέπεται για την εξαγορά πλασματικού χρόνου ήτοι 33,56 ευρώ, θα γίνεται ο προσδιορισμός των κατώτατων ορίων σύνταξης.
• Το ποσοστό αναπλήρωσης για ένα χρόνο ασφάλισης και έως 15 χρόνια, είναι κοινό, στα 0,86%. Σύμφωνα με τα ταμεία, πρέπει να διαφοροποιηθεί ανάλογα με τα έτη ασφάλισης ώστε να μην λειτουργεί ως αντικίνητρο ασφάλισης.
Την βασική – εθνική σύνταξη δικαιούνται:
1) Οι ασφαλισμένοι των οργανισμών κύριας ασφάλισης, πλην ΟΓΑ, καθώς και οι τακτικοί υπάλληλοι και λειτουργοί του Δημοσίου, οι στρατιωτικοί και οι τακτικοί υπάλληλοι των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.), οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης α΄ και β΄ βαθμίδας, ανεξαρτήτως χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση, που θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα από την 1.1.2015 και μετά.
2) Οι ανασφάλιστοι και όσοι έχουν πραγματοποιήσει λιγότερες από 4.500 ημέρες ή δεκαπέντε (15) έτη ασφάλισης σε ασφαλιστικούς οργανισμούς κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο, εφόσον πληρούν αθροιστικά τα παρακάτω κριτήρια:
α) Έχουν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας τους.
β) Το ατομικό και το οικογενειακό τους εισόδημα, από οποιαδήποτε πηγή, κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος, δεν υπερβαίνουν το ποσό των 5.040 ευρώ και 10.080 ευρώ αντίστοιχα. Τα ανωτέρω ποσά ανακαθορίζονται κατά το ποσοστό αναπροσαρμογής της βασικής σύνταξης.
γ) Διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα για τουλάχιστον 15 έτη.
Και αναλογική σύνταξη
Εκτός από την Εθνική Σύνταξη, από τις αρχές του 2015, όσοι συνταξιοδοτούνται θα λαμβάνουν και την λεγόμενη αναλογική σύνταξη, η οποία στην αρχή, θα αποτελεί άθροισμα δύο τμημάτων που θα υπολογίζονται το πρώτο με βάση το ισχύον σήμερα σύστημα, και το δεύτερο με βάση ένα νέο αναλογικό σύστημα.
Αναλυτικότερα, για το τμήμα της σύνταξης που αντιστοιχεί στα έτη της ασφάλισής μετά το 2011, οι συνταξιούχοι θα λαμβάνουν αναλογική σύνταξη, με συντελεστές από 0,8% έως και 1,5% για κάθε εργάσιμο έτος.