Διορθωτικές κινήσεις στα πρόστιμα που προβλέπονται κυρίως για διαδικαστικές παραβάσεις προετοιμάζει η ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, με ψαλίδι έως και 50% σε αυτά των 1.000 και των 2.500 ευρώ για τη μη έγκαιρη υποβολή δηλώσεων και πλαφόν προστίμων για μη έκδοση αποδείξεων.
Μετά το κύμα έντονων αντιδράσεων από λογιστές και μικρομεσαίους, αλλά και την προαναγγελία αλλαγών από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών αναμένεται να λάβει τις τελικές αποφάσεις εντός των ημερών και να ακολουθήσει νομοθετική ρύθμιση του θέματος.
Ήδη υπηρεσιακοί παράγοντες έχουν διατυπώσει δέσμη εισηγήσεων για αλλαγές ώστε όπως επισημαίνει κορυφαίο στέλεχος του υπουργείου «να διορθωθούν ακραίες διατάξεις και να τεθούν τα πρόστιμα σε πιο ρεαλιστική βάση».
Στο επίκεντρο των αλλαγών βρίσκονται τα περιβόητα πρόστιμα των 1.000 και των 2.500 ευρώ (ανάλογα με τον τύπο των τηρούμενων βιβλίων), τα οποία επιβάλλονται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, μεταξύ άλλων, στην περίπτωση μη υποβολής ή εκπρόθεσμης υποβολής μιας σειράς δηλώσεων και φτάνουν ακόμα και να τετραπλασιάζονται σε περίπτωση υποτροπής.
Το πρώτο μέτρο με το οποίο θα υπάρξει δραστική αλλαγή στον όγκο των προστίμων αφορά τη νομική διευκρίνιση της υποτροπής. Ο νόμος όπως έχει ψηφιστεί ορίζει πως «σε περίπτωση υποτροπής της ίδιας παράβασης εντός 5 ετών το πρόστιμο ανέρχεται στο διπλάσιο του αρχικού προστίμου. Σε περίπτωση δεύτερης υποτροπής εντός 5 ετών, το πρόστιμο ανέρχεται στο τετραπλάσιο του αρχικού προστίμου».
Η ερμηνεία που έδιναν μέχρι σήμερα λογιστές είναι πως αν για παράδειγμα για έναν μήνα υποβληθεί εκπρόθεσμη δήλωση Φόρου Μισθωτών Υπηρεσιών επιβάλλεται πρόστιμο 1.000 ευρώ, αν επαναληφθεί τον επόμενο, το πρόστιμο φτάνει τα 2.000 ευρώ, τον τρίτο μήνα τα 4.000 ευρώ και από τον τέταρτο και μετά σταθερά 4.000 ευρώ.
Με εγκύκλιο που θα εκδοθεί θα διευκρινίζεται ότι υποτροπή νοείται στην περίπτωση όπου έχει προηγηθεί φορολογικός έλεγχος. Επομένως, το περιβόητο παράδειγμα του λάθους στον προσδιορισμό ΦΜΥ κατά 4 ευρώ για 12 μήνες και η υποβολή τροποποιητικής δήλωσης για κάθε έναν μήνα, που οδηγούσε κατά τους λογιστές σε πρόστιμο 43.000 ευρώ, ακυρώνεται. Το πρόστιμο θα παραμένει στα 1.000 ευρώ. Μόνο μετά από έλεγχο που θα πιστοποιεί την παράβαση και εφόσον ο φορολογούμενος ξανακάνει την ίδια παράβαση θα επιβάλλεται το διπλάσιο πρόστιμο.
Το δεύτερο πεδίο παρέμβασης θα αφορά την αυστηρότητα της φορολογικής διοίκησης κατά την πρώτη παράβαση. Προωθείται η δραστική μείωση του προστίμου έως και 50% για την πρώτη παράβαση, εφόσον υπάρξει συμμόρφωση με υποβολή δήλωσης εντός εύλογου χρονικού διαστήματος.
Η αλλαγή αυτή θα προωθηθεί με νομοθετική ρύθμιση, όπως άλλωστε και η πρόθεση καθιέρωσης πλαφόν προστίμου για μη έκδοση αποδείξεων. Ο νόμος ορίζει πρόστιμο 1.000 ευρώ για κάθε απόδειξη που δεν εκδόθηκε, αλλά η διάταξη θα συμπληρωθεί με καθιέρωση πλαφόν προστίμου (π.χ. 30.000 ευρώ).
Τέλος σχεδιάζεται να διευκρινιστεί, επίσης με εγκύκλιο, πως τα πρόστιμα που προβλέπονται στα άρθρα 57 και 59 δεν αθροίζονται για όλες τις ληξιπρόθεσμες οφειλές.
Στο άρθρο 57 προβλέπονται πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής φόρου από 10% έως και 30% ανάλογα με τον χρόνο που παραμένει ληξιπρόθεσμη η οφειλή. Πρόστιμο 10% επιβάλλεται μετά την πάροδο διμήνου από την παρέλευση της νόμιμης προθεσμίας καταβολής, 20% με την πάροδο ενός έτους και 30% με την πάροδο διετίας. Επιπρόσθετα βέβαια προβλέπεται και μηνιαίος τόκος 0,73%.
Όπως αναμένεται να διευκρινιστεί με εγκύκλιο του υπουργείου Οικονομικών, στην περίπτωση εκπρόθεσμης καταβολής του φόρου δεν θα επιβάλλεται και ο προβλεπόμενος διπλασιασμός του φόρου (άρθρο 59) που δεν αποδόθηκε. Το τελευταίο πρόστιμο περιορίζεται μόνο σε παρακρατηθέντες φόρους, όπως για παράδειγμα ο Φόρος Μισθωτών Υπηρεσιών.