Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Καλύτερη λύση το «κούρεμα» για Ελλάδα

Τις εναλλακτικές κάλυψης του χρηματοδοτικού κενού της Ελλάδας καταγράφει σε έγγραφό του το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής. Προειδοποιεί ότι οι διαθέσιμοι πόροι δεν επαρκούν για την κάλυψη τόκων από το β' εξάμηνο του 2014.

Καλύτερη λύση το «κούρεμα» για Ελλάδα

Ένα νέο "κούρεμα" του χρέους θα ήταν η καλύτερη λύση για την Ελλάδα, ωστόσο η πιθανότερη λύση στο πρόβλημα του δημοσιονομικού κενού εκτιμάται ότι είναι ένα νέο δάνειο και άλλες διευκολύνσεις, όπως η μείωση των επιτοκίων, τονίζει σε έκθεσή του υπό τον τίτλο «Το δημόσιο χρέος μετά το τέλος του μνημονίου» το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής.

Στην έκθεση αναφέρεται ότι η σταθεροποίηση και πολύ περισσότερο η φιλόδοξη μείωση του χρέους στο 110% από το επίπεδο του 175,5% του ΑΕΠ το 2013 διευκολύνεται αν υπάρξει περικοπή του αποθέματος του χρέους (σε τεχνική γλώσσα: stock relief).

Όπως επισημαίνεται στην έκθεση, το μέγεθος του χρέους (και του λόγου χρέους) επηρεάζει αρνητικά τους ρυθμούς μεγέθυνσης, που βεβαίως επηρεάζονται αρνητικά και από άλλους παράγοντες. Καθιστά επιφυλακτικές τις αγορές και αποτρέπει όσους σχεδιάζουν να επενδύσουν στην πραγματική οικονομία. Επομένως, ένα «κούρεμα» του χρέους εντός της ευρωζώνης θα επιτάχυνε την ανάπτυξη, ενθαρρύνοντας τις επενδύσεις και μειώνοντας την πίεση για πρωτογενή πλεονάσματα. 

Ωστόσο, τονίζει ότι μια τέτοια εξέλιξη είναι πολιτικά ευαίσθητη, καθώς κάθε περικοπή του ελληνικού χρέους ανεβάζει το χρέος των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων που το έχουν εγγυηθεί. 

Ένα επιθετικά προβαλλόμενο σχετικό αίτημα από την ελληνική πλευρά, που θα αγνοούσε τις ανησυχίες των εταίρων, θα επιβάρυνε τις διακρατικές μας σχέσεις με ανυπολόγιστες οικονομικές συνέπειες. Θα μπορούσε να τροφοδοτήσει νέα συζήτηση για την έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη, σημειώνει η έκθεση. Για τον λόγο αυτό, η ελληνική πλευρά κρατά χαμηλούς τόνους στο ζήτημα αυτό, μολονότι ο υπουργός Οικονομικών Γ. Στουρνάρας φαίνεται ότι αναμένει κινήσεις για περικοπή και ελάφρυνση του χρέους.

Πάντως, η έκβαση μιας διαπραγμάτευσης για αναδιάρθρωση του χρέους εξαρτάται (και) από την αξιοπιστία της χώρας, η οποία με τη σειρά της αξιολογείται με την εξέλιξη της δημοσιονομικής πολιτικής μας, των μεταρρυθμίσεων και της αξιοποίησης των φυσικών πόρων. Το ίδιο ισχύει και για τις προβλεπόμενες ανάγκες για περαιτέρω στήριξη μετά το 2014.

Όσο καθυστερούν οι μεταρρυθμίσεις και άλλες αποφάσεις, η οικονομική κατάσταση θα επιβαρύνεται και οι διαπραγματευτικές δυνατότητες θα ελαχιστοποιούνται, προειδοποιεί η έκθεση. Θα ήταν μια χρήσιμη έκπληξη και θα βελτίωνε τις διαπραγματευτικές θέσεις της χώρας η έγκαιρη εκπλήρωση των πιο κρίσιμων προαπαιτούμενων.

Το χρηματοδοτικό κενό 

Στην έκθεση αναφέρεται ότι δεν θα αρκεί το πρωτογενές πλεόνασμα (=περίσσευμα φόρων πάνω από τις δαπάνες) για την πληρωμή των τόκων. Κάπως απλά, η διαφορά μεταξύ τόκων και πρωτογενούς πλεονάσματος είναι το δημοσιονομικό κενό.

Επίσημα το δημοσιονομικό κενό υπολογίζεται με βάση την τρέχουσα πολιτική προσαρμογής. Αν η τελευταία αλλάξει, π.χ. αν αυξηθούν οι κοινωνικές δαπάνες, τότε ceteris paribus το κενό γίνεται μεγαλύτερο και μαζί του οι δανειακές ανάγκες. Το ίδιο ισχύει αν υπάρξει υστέρηση των φορολογικών εσόδων. Το ΔΝΤ προβλέπει ένα δημοσιονομικό κενό 4,4 δισ. ευρώ προς τα τέλη του 2014 και επιπλέον 6,5 δισ. ευρώ το 2015, συνολικά 11 δισ. ευρώ.

Σύμφωνα με την ίδια έκθεση, «η ελληνική κυβέρνηση θεωρεί ότι το κενό είναι μικρότερο, ελπίζοντας ότι θα πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα 2,83 δισ. ευρώ. Όπως και να διαμορφωθεί τελικά, το "κενό" θα πρέπει να καλυφθεί, πράγμα που μπορεί να γίνει με νέο δανεισμό, μείωση των επιτοκίων και νέα μέτρα ή με έναν συνδυασμό όλων αυτών. Η κυβέρνηση αποκλείει νέα μέτρα.

Ακολουθήστε το Euro2day.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του Euro2day.grFOLLOW USΑκολουθήστε τη σελίδα του Euro2day.gr στο Linkedin

Ας προσθέσουμε ότι το κενό διευρύνεται αν προσθέσουμε τις δαπάνες πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρεών. Τότε μετονομάζεται σε "χρηματοδοτικό κενό". Η Ελλάδα δεν θα είναι εύκολο να δανεισθεί με λογικούς όρους από τις αγορές για να καλύψει το κενό αυτό, δηλαδή να πληρώσει τους τόκους και να αποπληρώσει ληξιπρόθεσμα δάνεια».

Στην ίδια έκθεση επισημαίνεται: «Μια συμφωνία για νέα δάνεια στήριξης ή και άλλες διευκολύνσεις (μείωση επιτοκίων κ.λπ.) είναι η πιθανότερη λύση με τα σημερινά δεδομένα. Προβλέπονται άλλωστε στη δήλωση της ευρωομάδας. Επίσης και συναφώς, η ελληνική πλευρά εξετάζει το ενδεχόμενο να καλύψει μέρος του δημοσιονομικού κενού με διάφορους τρόπους εκτός δανεισμού από τους εταίρους, ένας από τους οποίους είναι η προσφυγή στις αγορές. Η τρόικα για τους δικούς της λόγους την παρακινεί προς αυτήν την κατεύθυνση». Ωστόσο, το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής εκτιμά ότι «μια νέα δανειακή σύμβαση για το κλείσιμο του δημοσιονομικού κενού δίνει μόνον προσωρινή λύση για ένα - δύο χρόνια και αναβάλλει την αντιμετώπιση του μείζονος προβλήματος, που είναι ο όγκος του δημοσίου χρέους της χώρας».

Για την επεξεργασία των προτάσεών του, το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής λαμβάνει ως βασική παραδοχή ότι «το χρέος (και ο λόγος χρέους) δεν πρόκειται να τεθεί σε τροχιά μείωσης και να γίνει "βιώσιμο" ως το 2020 ή 2022 αποκλειστικά με εθνικές προσπάθειες αποταμίευσης (=δημιουργίας πρωτογενών πλεονασμάτων και ιδιωτικοποιήσεις), χωρίς οποιαδήποτε αναδιάρθρωση (=νέο κούρεμα) ή και αναδιάταξη (=επιμήκυνση των περιόδων αποπληρωμής χρεών) και άλλες διευκολύνσεις».

Το πλήρες κείμενο της έκθεσης του Γραφείου Προϋπολογισμού δημοσιεύεται στη δεξιά στήλη "Συνοδευτικό Υλικό". 

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

v