Η σύνταξη νέου, πιο ρεαλιστικού, χρονοδιαγράμματος, οι διοικητικές αλλαγές ώστε να επιταχυνθούν οι διαγωνισμοί που καθυστερούν επί μήνες, τα συνήθη προβλήματα με τη γραφειοκρατία του Δημοσίου και οι εισπρακτικοί στόχοι, οι οποίοι βρίσκονται μακριά από τις αναθεωρημένες προβλέψεις (μεγάλο τμήμα των εσόδων είναι προς το παρόν λογιστικό, αφού δεν έχουν εισπραχθεί τα ποσά), συζητήθηκαν κατά τη χθεσινή επίσκεψη των στελεχών της τρόικας στο Ταμείο Ιδιωτικοποιήσεων (ΤΑΙΠΕΔ).Στο ταμείο βρήκαν, πάντως, μια δικαιολογία για τις καθυστερήσεις του τελευταίου μήνα. Υποστήριξαν πως επειδή δεν έχει τοποθετηθεί ο αντικαταστάτης του Στ. Σταυρίδη στη θέση του προέδρου δεν μπορεί να συνεδριάσει το διοικητικό συμβούλιο και να ληφθούν αποφάσεις.
Το τελευταίο σενάριο φέρνει στη θέση του προέδρου του ΤΑΙΠΕΔ τον Κ. Μανιατόπουλο που είναι σήμερα πρόεδρος της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤΑΔ), αλλά η καθυστέρηση στην τοποθέτησή του πιθανώς συνδέθηκε με εντάσεις στο εσωτερικό της κυβέρνησης ή της τρόικας. Το θέμα, πάντως, λήγει εντός των ημερών.
Ο διευθύνων σύμβουλος του ΤΑΙΠΕΔ Γ. Εμίρης παρουσίασε τα πεπραγμένα του ταμείου τους τελευταίους μήνες (η τριμηνιαία έκθεση, πάντως, καθυστερεί, παρά τις σαφείς προβλέψεις του μνημονίου) καθώς και τις προβλέψεις για τα έσοδα μέχρι το τέλος του χρόνου. Ο αναθεωρημένος στόχος για έσοδα περί το 1,5 δισ. ευρώ εκτιμάται ότι μπορεί να επιτευχθεί στην περίπτωση που εγκριθεί εγκαίρως από τις ρυθμιστικές αρχές η σύμβαση για τον ΟΠΑΠ.
Οι εκπρόσωποι της τρόικας ζήτησαν συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα τόσο για τους επόμενους μήνες, όσο και για το 2014 ώστε να μην υπάρξουν νέες εκπλήξεις. Ζήτησαν, επίσης, στοιχεία για τις καθυστερήσεις σε κρίσιμους διαγωνισμούς όπως η πώληση και η επαναμίσθωση 28 κτιρίων του Δημοσίου κ.ά.
Οι επενδυτές
Μέχρι το τέλος Οκτωβρίου, πάντως, θα κριθεί η παρουσία ισχυρών δυτικών επενδυτών στους διαγωνισμούς του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων καθώς τις επόμενες τέσσερις εβδομάδες περνούν στο τελικό στάδιο κρίσιμες προκηρύξεις, όπως του Αστέρα Βουλιαγμένης (οι προσφορές κατατίθενται στις 21 Οκτωβρίου) και της πώλησης και επαναμίσθωσης των 28 κτιρίων του Δημοσίου.
Πρόκειται για δύο από τους διαγωνισμούς που έχουν προσελκύσει ισχυρό ενδιαφέρον από ευρωπαϊκούς και αμερικανικούς ομίλους, όπως συνέβη και στον διαγωνισμό για την παραχώρηση των περιφερειακών αεροδρομίων.
Η σοβαρή παρουσία δυτικών ομίλων στους τρεις διαγωνισμούς χρησιμοποιείται ως επιχείρημα περί βελτίωσης του κλίματος από τη διοίκηση του Ταμείου Ιδιωτικοποιήσεων (ΤΑΙΠΕΔ), καθώς και από κάποιους συμβούλους του προγράμματος. Μέχρι σήμερα, κυριαρχούσαν οι επενδυτές από την ανατολική Ευρώπη και την Ασία.
Στο ταμείο και στην κυβέρνηση δίνουν αγώνα για να πείσουν πως αλλάζει το προφίλ των επενδυτών επειδή βελτιώνεται η εικόνα της ελληνικής οικονομίας.
Στην αγορά έχουν δημιουργηθεί, όμως, τρία στρατόπεδα: Στο πρώτο ανήκουν αυτοί που θεωρούν πως πράγματι υπάρχει βελτίωση, όπως φαίνεται από τους τρεις διαγωνισμούς που προαναφέρθηκαν. Στο δεύτερο εμφανίζονται όσοι υπενθυμίζουν πως και στην περίπτωση της ΔΕΠΑ εκδήλωσαν ενδιαφέρον για τη συμμετοχή τους 14 όμιλοι (μεταξύ των οποίων και μισή ντουζίνα από την Ευρώπη), αλλά στο τέλος μείναμε με τους Ρώσους (Gazprom, Sintez) και τους Αζέρους (Socar), οι οποίοι επίσης αποχώρησαν.
Για τη ΔΕΣΦΑ, το μονοπώλιο στο βασικό δίκτυο φυσικού αερίου, υπεβλήθη μόνο μία προσφορά, από τη Socar, υπενθυμίζουν.
Στο τρίτο στρατόπεδο ανήκουν όσοι εκτιμούν πως, ανεξάρτητα από τη χώρα προέλευσης, η Ελλάδα προσελκύει βραχυπρόθεσμους και υψηλού ρίσκου επενδυτές (hedge funds ή επιθετικά real estate funds) και όχι «στρατηγικούς επενδυτές» που θα επενδύσουν στην ανάπτυξη των εξαγορασμένων επιχειρήσεων.
Στην περίπτωση του Αστέρα Βουλιαγμένης, το πλέον σοβαρό ενδιαφέρον φαίνεται πως προέρχεται από την ελληνική πλευρά (σχεδόν σίγουρα με διεθνείς συνεργάτες). Ένας από τους πλέον κινητικούς στη διεκδίκηση του ξενοδοχειακού συγκροτήματος και της υπόλοιπης έκτασης στο Μικρό Καβούρι είναι ο όμιλος Κωνσταντακόπουλου (Costa Navarino), ενώ ακολουθούν ο όμιλος Λάτση μέσω της Lamda Development, ο εφοπλιστής Γ. Προκοπίου και η Dolphin Capital Investors (μεγαλύτερος μέτοχος της οποίας είναι η αμερικανική Third Point, αλλά διοικείται από τον Μίλτο Καμπουρίδη).
Στους ενδιαφερόμενους περιλαμβάνονταν κατά την πρώτη φάση οι αμερικανικές Baupost και Colony Capital Acquisitions, ο τουρκικός όμιλος Dogus και η κινεζική Fosun (μεγαλομέτοχος της Folli Follie).
Τα αεροδρόμια
Φιλέτο για τους δυτικούς ομίλους θεωρούνται και τα περιφερειακά αεροδρόμια καθώς, όπως εξηγούν από το ΤΑΙΠΕΔ, περισσότερο από το 70% της κίνησης είναι κατευθείαν από το εξωτερικό και συνεπώς δεν επηρεάζονται άμεσα από την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας. Γι' αυτό και στον διαγωνισμό για τη διαχείρισή τους (έχουν χωριστεί σε δύο ομάδες των επτά αεροδρομίων, ενώ ενδέχεται να προστεθούν και τρία σε κάθε ομάδα) συνωστίζονται ισχυροί όμιλοι από τη δυτική Ευρώπη. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται και κάποιοι από τους μεγαλύτερους διαχειριστές αεροδρομίων του κόσμου.
Στους υποψηφίους είναι η γαλλική Vinci (σε συνεργασία με την ΕΛΛΑΚΤΩΡ), η γερμανική Fraport (μαζί με τον όμιλο Κοπελούζου) και η Corporation America από την Αργεντινή σε συνεργασία με τη ΜΕΤΚΑ του ομίλου Μυτιληναίου, η ελβετική Zurich Airport (μαζί με τον όμιλο J&P ΑΒΑΞ), η αμερικανική επενδυτική εταιρεία Advent και η Διεθνής Αερολιμήν Αθηνών που διαχειρίζεται το αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος» και ελέγχεται από Καναδούς.
Εντός που προσεχούς δεκαπενθημέρου υποβάλλονται και οι δεσμευτικές προσφορές για τη πώληση και επαναμίσθωση 28 κτιρίων που στεγάζουν υπηρεσίες του Δημοσίου. Μεταξύ των υποψηφίων, που είχαν εκδηλώσει αρχικό ενδιαφέρον, περιλαμβάνονται οι εταιρείες επενδύσεων σε ακίνητα Πανγαία (θυγατρική της Εθνικής Τράπεζας) και Eurobank Properties.
Περιλαμβάνονται, επίσης, η βρετανική London & Regional Properties, η Ellington Credit Opportunities LTD, η κοινοπραξία των επενδυτικών εταιρειών Dolphin Capital και Oakhill Advisors European Strategic Credit Fund Master Fund καθώς και αμερικανικοί επενδυτικοί όμιλοι. Σύμφωνα με την προκήρυξη, τα 28 κτίρια θα πωληθούν σε δύο πακέτα (14 έκαστο) πιθανώς και σε δύο διαφορετικούς επενδυτές μέσω της μεθόδου «πώληση και επαναμίσθωση» (sale and lease-back).
Το Δημόσιο θα δεσμευτεί πως για τα επόμενα 20 - 25 χρόνια θα πληρώνει στους επενδυτές ενοίκιο ύψους περί τα 30.000.000 ευρώ για τα κτίρια που θα αγοράσουν.