Αλλάζει εκ βάθρων το καταναλωτικό μοντέλο

Μπροστά σε νέο καταναλωτικό πρότυπο, το οποίο εμφανίζεται εν μέσω της μεγαλύτερης οικονομικής κρίσης που έχει βιώσει η χώρα στη σύγχρονη Ιστορία της, βρίσκεται η αγορά.

  • της Αλεξάνδρας Γκίτση
Αλλάζει εκ βάθρων το καταναλωτικό μοντέλο
Μπροστά σε νέο καταναλωτικό πρότυπο, το οποίο εμφανίζεται εν μέσω της μεγαλύτερης οικονομικής κρίσης που έχει βιώσει η χώρα στη σύγχρονη Ιστορία της, βρίσκεται η αγορά.

Αν και δύο χρόνια πριν είχε καταγραφεί σημαντική αύξηση στις δαπάνες των νοικοκυριών για ξενοδοχεία, εστιατόρια και καφενεία (33,4%), όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα της δειγματοληπτικής Έρευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών (ΕΟΠ) του 2008, της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, εντούτοις αυτό αλλάζει άρδην λόγω του μνημονίου.

Άλλωστε, αυτό έχει αποτυπωθεί την τελευταία διετία και στην πορεία των εργασιών των συγκεκριμένων επιχειρηματικών κατηγοριών, για τις οποίες γίνεται λόγος για απώλειες του τζίρου άνω του 30%, ενώ επίσης είναι αρκετά τα καταστήματα και τα ξενοδοχεία που έχουν αναγκαστεί να βάλουν λουκέτο.

Πάντως, πριν από δύο χρόνια η μεγαλύτερη δαπάνη, κατά μέσο όρο, ήταν για εστιατόρια και καφενεία και ακολουθούσαν οι δαπάνες για είδη ένδυσης, αυτοκίνητα, υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών, κρέας, καύσιμα - λιπαντικά αυτοκινήτου, καπνό κ.λπ.

Από τη συγκεκριμένη έρευνα προκύπτει επίσης ότι για τη χρονική περίοδο 2004 - 2008 καταγράφηκε μεταβολή του καταναλωτικού προτύπου
Ακολουθήστε το Euro2day.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του Euro2day.grFOLLOW USΑκολουθήστε τη σελίδα του Euro2day.gr στο Linkedin, και ειδικότερα μετατόπιση των δαπανών για διατροφή, ένδυση - υπόδηση, για διαρκή καταναλωτικά και λοιπά αγαθά προς τις δαπάνες που αφορούν στη στέγαση, στις μεταφορές, στην εκπαίδευση και σε ξενοδοχεία, καφενεία και εστιατόρια.

Παρότι το σχετικά μεγαλύτερο μέρος των δαπανών σχετιζόταν με είδη διατροφής (16,4%) και ακολουθούσαν οι δαπάνες για μεταφορές (13,4%), ενώ το μικρότερο μέρος αυτών αφορούσε στην εκπαίδευση (3,1%).

Σε σύγκριση με την προηγούμενη έρευνα (2004), παρατηρείται μείωση στην ποσοστιαία κατανομή της δαπάνης για γαλακτοκομικά προϊόντα (0,6%), ψάρια (0,4%), λαχανικά (0,4%), φρούτα (0,1%) και ζάχαρη, μαρμελάδα, μέλι, γλυκά και ζαχαρωτά (0,4%) και αύξηση για αλεύρι, ψωμί, δημητριακά (0,9%), κρέας (0,8%), λοιπά είδη διατροφής (0,2%) και καφέ, τσάι και κακάο (0,2%).

Επίσης, οι μηνιαίες ποσότητες ειδών διατροφής που καταναλώθηκαν παρουσιάζουν πτωτική τάση, εκτός των ζυμαρικών (+12,0%) και του κρέατος (+1,4%). Η μεγαλύτερη πτώση καταγράφεται στα προϊόντα αρτοποιίας (15,9%) και στο γιαούρτι (13,4%). Αξιοσημείωτη αλλαγή στις διατροφικές μας συνήθειες είναι η κάμψη της κατανάλωσης σε φρούτα και λαχανικά, κατά 1.598,98 και 2.318,69 γραμμάρια αντίστοιχα.

Το μερίδιο της διάμεσης ισοδύναμης καταναλωτικής δαπάνης (αγορές) του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι 5,53 φορές μεγαλύτερο από το αντίστοιχο της διάμεσης ισοδύναμης καταναλωτικής δαπάνης του φτωχότερου 20% του πληθυσμού. Ο δείκτης μειώνεται στο 4,59 όταν συμπεριληφθούν στην καταναλωτική δαπάνη και οι τεκμαρτές δαπάνες.

Η μέση μηνιαία κατανάλωση των φτωχών νοικοκυριών υπολογίζεται στο 27,3% των δαπανών των μη φτωχών νοικοκυριών. Τα φτωχά νοικοκυριά ξοδεύουν το 30,4% του οικογενειακού τους προϋπολογισμού σε είδη διατροφής, ενώ τα μη φτωχά το 15,5%. Λόγω της σύνθεσης των φτωχών νοικοκυριών (ηλικιωμένοι, ανασφάλιστοι κ.ά.), οι δαπάνες για την υγεία ανέρχονται στο 8,3% του οικογενειακού προϋπολογισμού, ενώ των μη φτωχών στο 6,6%.

Τέλος, ο κίνδυνος φτώχειας απειλεί το 19% του πληθυσμού της χώρας, όταν στον υπολογισμό του δείκτη λαμβάνεται υπόψη μόνο η καταναλωτική δαπάνη με τρόπο κτήσεως «αγορά», ενώ μειώνεται στο 16% του πληθυσμού όταν λαμβάνονται υπόψη όλες οι καταναλωτικές δαπάνες, ανεξάρτητα από τον τρόπο κτήσεως (τεκμαρτό ενοίκιο από ιδιοκατοίκηση, ιδιοπαραγόμενα αγαθά, αγαθά και υπηρεσίες παρεχόμενες δωρεάν από τον εργοδότη, άλλα νοικοκυριά, μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, κράτος κ.λπ.).

* Αναδημοσίευση από το 656ο φύλλο της εβδομαδιαίας εφημερίδας ΜΕΤΟΧΟΣ & ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ, 15 - 19 Οκτωβρίου 2010.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

v