HSBC: Γιατί επιλέγουμε «ουδετερότητα» στο Χρηματιστήριο

Μετά από πολύ καιρό οι διαχειριστές αναδυόμενων αγορών δεν είναι underweight στην εγχώρια αγορά. Η αποτίμηση και η σύγκριση με τον ανταγωνισμό. Τι βλέπει για την οικονομία και την εταιρική κερδοφορία. Βαρίδι το χρέος.

HSBC: Γιατί επιλέγουμε «ουδετερότητα» στο Χρηματιστήριο

Μερικά από τα πρόσφατα οικονομικά δεδομένα για την Ελλάδα τα οποία επισημαίνουν τους εγγενείς κινδύνους και τις αβεβαιότητες που αντιμετωπίζει η οικονομία, εξηγεί η HSBC σε ειδικό report για τις αναδυόμενες αγορές. Το πιο ενδιαφέρον όμως συμπέρασμα της έκθεσης είναι τα στοιχεία που δείχνουν, μετά από πολύ καιρό μάλιστα, ότι η εγχώρια αγορά μετοχών δεν είναι πλέον underweight στα χαρτοφυλάκια των αναδυόμενων διαχειριστών (GEM Equity Funds).

Σε όρους αποτιμήσεων, η HSBC πιστεύει ότι οι ελληνικές μετοχές φαίνονται σχετικά φθηνές σε σύγκριση με τις αναδυόμενες αγορές συνολικά, λαμβάνοντας υπόψη την ανάκαμψη στις εκτιμήσεις για τα κέρδη. Το consensus των εκτιμήσεων της IBES για το δείκτη MSCI Greece δείχνει ότι οι ελληνικές μετοχές είναι διαπραγματεύσιμες με 20,7 φορές τα κέρδη του 2017 σε σύγκριση με 12,4 φορές για τις αναδυόμενες αγορές.

Ωστόσο, τα κέρδη αναμένεται να αυξηθούν κατά 42,9% το 2018 (έναντι -31,3% το 2017) στην Ελλάδα σε σύγκριση με 11,5% στις τις αναδυόμενες αγορές. Αυτό θέτει την Ελλάδα σε όρους αποτίμησης PEG (δείκτης τιμής προς κέρδη σταθμισμένος με την αύξηση των κερδών) σε αναλογία 0,5 φορές, στοιχείο που συνεπάγεται ένα υψηλό discount της τάξεως του 55% σε σχέση με τις αναδυόμενες αγορές.

Ωστόσο, συνεχίζει η HSBC, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί σχετικά με τις προσδοκίες για μια ισχυρή ανάκαμψη των κερδών. Δεδομένου του υψηλού βαθμού συσχέτισης της οικονομικής δραστηριότητας και των εταιρικών εσόδων, η αβεβαιότητα στην αύξηση του ΑΕΠ είναι πιθανό να επηρεάσει αρνητικά τα εταιρικά κέρδη.

Από την άποψη θέσης των επενδυτικών κεφαλαίων των αναδυόμενων διαχειριστών, η θέση για τη Ελλάδα είναι περίπου ουδέτερη. Ωστόσο, σε σχέση με τα ιστορικά στοιχεία όπου οι αναδυόμενοι διαχειριστές ήταν underweight, η αγορά φαίνεται σήμερα να χαρακτηρίζεται από υψηλές τοποθετήσεις.

Παρόλα αυτά, καταλήγει η HSBC, το θεμελιώδες ζήτημα για την Ελλάδα είναι το συνεχιζόμενο ακραίο βάρος του χρέους της χώρας και αυτό εξακολουθεί να οδηγεί σε πολύ ακραία οικονομικά αποτελέσματα.

Αναφορικά με την οικονομία ο επενδυτικός οίκος HSBC επισημαίνει ότι: «μετά από δύο τρίμηνα θετικής ανάπτυξης, το ΑΕΠ υποχώρησε 1,2% σε τριμηνιαία βάση στο τέλος του 2016, ενώ παρόμοια μείωση είχε σημειωθεί και στο 3ο τρίμηνο του 2015, μετά την εισαγωγή των ελέγχων στην κίνηση των κεφαλαίων.

Το ΑΕΠ είναι 26,4% χαμηλότερα από ό,τι το 2007 και επιπλέον τα πρόσφατα οικονομικά στοιχεία εμφανίζουν μικτή εικόνα. Η ιδιωτική κατανάλωση αυξήθηκε το Q4 0,2% για το τρίτο συνεχόμενο τρίμηνο. Η βιομηχανική παραγωγής κινήθηκε ανοδικά 7,3% σε ετήσια βάση τον Ιανουάριο, παρά την πτώση σε τρεις από τους τελευταίους τέσσερις μήνες και ο δείκτης οικονομικού κλίματος το Φεβρουάριο ήταν στο υψηλότερο επίπεδο τα δύο τελευταία χρόνια, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Από την άλλη η πιστωτική επέκταση μειώθηκε κατά 5,5% σε ετήσια βάση το Φεβρουάριο».

Ακόμα όμως πιο σημαντικό, σημειώνει η HSBC, η καθυστέρηση στις διαπραγματεύσεις έχει αρχίσει να έχει κόστος για την οικονομία. Αυτό εκδηλώνεται στην επιβράδυνση των τραπεζικών χορηγήσεων, αλλά και τη συρρίκνωση της προσφοράς χρήματος. Η επιβράδυνση των λιανικών και επιχειρηματικών δανείων ήταν μάλλον απότομη τους τελευταίους μήνες.

Οι οικονομολόγοι της HSBC υποστηρίζουν ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε απελπιστική ανάγκη για μια νέα ένεση μετρητών. Η δεύτερη αναθεώρηση του προγράμματος ήταν σε αναμονή αφού o Αλέξης Τσίπρας ανακοίνωσε τον περασμένο Δεκέμβριος επεκτατικά δημοσιονομικά μέτρα αξίας 600 εκατ. ευρώ ή 0,4% του ΑΕΠ. Η καθυστέρηση στην συμφωνία και η αβεβαιότητα γύρω από τη συμμετοχή της τρόικας παραμένουν οι βασικές αιτίες της ανησυχίας των επενδυτών.

Κάθε παρατεταμένη καθυστέρηση θα μπορούσε να μας οδηγήσει επικίνδυνα κοντά στην προθεσμία του Ιουλίου, όταν η Ελλάδα πρέπει να επιστρέψει 7 δισ. ευρώ στην ΕΚΤ και σε ιδιώτες πιστωτές, προκαλώντας νευρικότητα στις αγορές.

 

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v