Την περασμένη χρονιά, έγραψα ότι «έχω ένα εφιαλτικό όραμα για το 2017: τους Τραμπ, Λεπέν και Πούτιν στην προεδρία».
Οπότε, ύστερα από τη νίκη του Ντόναλντ Τραμπ, το επόμενο ερώτημα είναι αν η Μαρίν Λεπέν μπορεί όντως να κερδίσει τη γαλλική προεδρία.
Μετά τον προκριματικό για τον υποψήφιο της κεντροδεξιάς το Σαββατοκύριακο, φαίνεται πιθανό η κα Λεπέν να αντιμετωπίσει τον Μάιο είτε τον Φρανσουά Φιγιόν, είτε τον Αλέν Ζιπέ. Όπως και η Χίλαρι Κλίντον, είναι και οι δύο πολιτικές φιγούρες που εκπροσωπούν το κατεστημένο και θα ήταν οι ιδανικοί αντίπαλοι για την αρχηγό της άκρας δεξιάς.
Μια νίκη της άκρας δεξιάς στη Γαλλία θα έχει δραστικές επιπτώσεις στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια πολιτική σκηνή. Η Λεπέν θα μπορούσε να οδηγήσει ως πρόεδρος στην κατάρρευση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θέλει να βγάλει τη Γαλλία από το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα και να διεξάγει δημοψήφισμα για την παραμονή της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ακόμα και αν η κα Λεπέν ακολουθούσε μια πιο ήπια πολιτική μετά την εκλογή της, είναι δύσκολο να δει κανείς πώς η Γερμανία της Άγκελα Μέρκελ θα συνεργαζόταν με μια εθνικιστική και αυταρχική Γαλλία. Mε τη Γερμανία και τη Γαλλία να ακολουθούν ριζικά διαφορετικά μονοπάτια, ο ανταγωνισμός μεταξύ των δύο χωρών θα βρεθεί ξανά στο επίκεντρο των ευρωπαϊκών πολιτικών εξελίξεων.
Οι παγκόσμιες συνέπειες μιας νίκης της Λεπέν θα ήταν εξίσου σοβαρές. Τέσσερα από τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ θα είχαν μη δημοκρατικές κυβερνήσεις (Ρωσία και Κίνα) ή δημοκρατικές κυβερνήσεις εθνικιστικών ακροδεξιών ηγετών (Γαλλία και ΗΠΑ). Υπό τις συνθήκες αυτές, η διεθνής έννομη τάξη θα μπορούσε να καταρρεύσει.
Φυσικά, ακόμα και μετά το Brexit και τον Τραμπ, μια επικράτηση της Λεπέν στη Γαλλία δεν είναι αναπότρεπτη. Στον βαθμό που αυτό έχει κάποια αξία, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως είναι πολύ πιθανό να χάσει με μεγάλη διαφορά στον δεύτερο γύρο. Και μολονότι η κα Λεπέν έσπευσε να χαιρετίσει τον ερχομό του κ. Τραμπ στον Λευκό Οίκο και έχει λάβει στήριξη από τους συμβούλους της «εναλλακτικής δεξιάς» του νέου προέδρου, υπάρχουν μεγάλες διαφορές ανάμεσα στο φαινόμενο Λεπέν και στο φαινόμενο Τραμπ.
Σε αντίθεση με τον κ. Τραμπ, το Εθνικό Μέτωπο έχει μια πολιτική ζωή πολλών δεκαετιών και είναι περισσότερο γνώριμο στους ψηφοφόρους. Οι πικρές αναμνήσεις από την κυβέρνηση Βισί τη δεκαετία του 1940, όμως, μπορεί να σημαίνουν ότι η χώρα έχει ισχυρότερο ανοσοποιητικό από ό,τι οι ΗΠΑ σε μια ακροδεξιά κυβέρνηση.
Ωστόσο, υπάρχει και η πιθανότητα οι Γάλλοι ψηφοφόροι, οι οποίοι μπορεί να φοβούνταν ότι μια νίκη της κας Λεπέν θα μετέτρεπε τη χώρα σε παρία, να νιώθουν τώρα πως η εκλογή του κ. Τραμπ τους δίνει «την άδεια» να ψηφίσουν την ακροδεξιά.
Οι αντικειμενικές συνθήκες για μια στροφή προς τον αυταρχικό εθνικισμό είναι ξεκάθαρα πιο ισχυρές στη Γαλλία από ό,τι στις ΗΠΑ. Η Γαλλία έχει υποστεί βίαιες τρομοκρατικές επιθέσεις από ακραίους ισλαμιστές. Υπάρχουν μεγάλοι, ελάχιστα ενσωματωμένοι μουσουλμανικοί πληθυσμοί στις μεγαλύτερες πόλεις. Η ανεργία βρίσκεται στο 10%. Το κυριότερο, υπάρχει απέχθεια απέναντι στο πολιτικό κατεστημένο. Το ποσοστό αποδοχής του Φρανσουά Ολάντ έπεσε πρόσφατα στο 4%. Οι πολιτικές, οικονομικές και διεθνείς συνθήκες δεν θα μπορούσαν να ήταν πιο ευνοϊκές για την κα Λεπέν.
Τα τελευταία χρόνια, η κα Λεπέν έχει κάνει κινήσεις για να πάρει αποστάσεις από τον πατέρα της Ζαν-Μαρί Λεπέν, ο οποίος δεν διστάζει να εκφράζει ανοιχτά τις ρατσιστικές του απόψεις.
Αυτές τις ημέρες, η ρητορική της κας Λεπέν είναι όντως λιγότερο εμπρηστική και προσβλητική από αυτήν του κ. Τραμπ. Αλλά η αρχηγός της γαλλικής ακροδεξιάς είχε και αυτή τις στιγμές της. Έχει για παράδειγμα συγκρίνει τους μουσουλμάνους που προσεύχονται στους δρόμους της Γαλλίας με τη ναζιστική κατοχή.
Από την άλλη πλευρά της Μάγχης, ίσως και να υπάρχουν ορισμένα μέλη της βρετανικής κυβέρνησης που θα καλωσόριζαν σιωπηρά την προοπτική μιας νίκης της ακροδεξιάς στη Γαλλία. Αν και η τρέχουσα γαλλική κυβέρνηση πρωτοστατεί στις εκκλήσεις για μια σκληρή αντιμετώπιση της Βρετανίας για το Brexit, η κα Λεπέν χαιρέτισε την απόφαση των Βρετανών να αποχωρήσουν από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Μια νίκη της Λεπέν μπορεί ακόμα και να έλυνε το πρόβλημα του Brexit, από τη στιγμή που δεν θα υπήρχε πλέον μια Ευρωπαϊκή Ένωση για να αποχωρήσει το Ηνωμένο Βασίλειο. Ο Μπόρις Τζόνσον, υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας, χαιρέτισε την «ευκαιρία» που δημιουργεί η εκλογή του υπέρμαχου του Brexit κ. Τραμπ και μπορεί να οσμιστεί παρόμοιες «ευκαιρίες» και σε μια άνοδο της κας Λεπέν.
Ωστόσο, οι πιο ψύχραιμοι στην βρετανική κυβέρνηση θα συνειδητοποιούν πως η άνοδος της άκρας δεξιάς στη Γαλλία δεν μπορεί τελικά να είναι μια καλή είδηση για τη Βρετανία. Μια νίκη του Εθνικού Μετώπου στη Γαλλία θα σήμαινε ότι οι δυνάμεις του αυταρχικού εθνικισμού ανθούν σε όλη την Ευρώπη, από τη Μόσχα και τη Βαρσοβία ως τη Βουδαπέστη και το Παρίσι.
Με τον κ. Τραμπ πρόεδρο, οι ΗΠΑ δεν θα πρέπει να θεωρούνται μια δύναμη σταθεροποίησης για την ανάσχεση των πολιτικών άκρων στην Ευρώπη. Αντίθετα, πολλοί στην Ευρώπη αρχίζουν πλέον να βλέπουν την κα Μέρκελ, η οποία μόλις ανακοίνωσε ότι την επόμενη χρονιά θα είναι για τέταρτη φορά υποψήφια, ως τον πυλώνα της ευρωπαϊκής σταθερότητας. Αλλά οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η κα Μέρκελ είναι πραγματικά τεράστιες. Είναι αντιμέτωπη με μια επιθετική Ρωσία στην Ανατολή και με μια φλεγόμενη Μέση Ανατολή στο Νότο. Ο κ. Τραμπ έχει ανοιχτά περιφρονήσει την κα Μέρκελ.
Εντός της Ε.Ε., οι σχέσεις της Γερμανίας με τη Νότια Ευρώπη έχουν δηλητηριαστεί από την κρίση του ευρώ, ενώ οι σχέσεις με την Ανατολική Ευρώπη έχουν τραυματιστεί από την προσφυγική κρίση.
Εν τω μεταξύ, η Βρετανία ψήφισε για να αποχωρήσει από το μπλοκ. Η εκλογή της κας Λεπέν στη Γαλλία θα μπορούσε να αποτελέσει το τελικό χτύπημα στο ευρωπαϊκό όραμα που εκπροσωπεί η κα Μέρκελ και το οποίο δημιούργησε γενιές Ευρωπαίων ηγετών, από τη δεκαετία του 1950 και έπειτα.
© The Financial Times Limited 2016. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation