H Tουρκία επιβίωσε από την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος στα μέσα Ιουλίου, αλλά οι μαζικές εκκαθαρίσεις που ακολούθησαν είναι τέτοιας κλίμακας που μπορεί να δημιουργήσουν μια διαφορετικού τύπου απειλή για το κράτος και για το κυβερνών νεο-ισλαμιστικό κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP).
Αν και οι πολιτικοί αντίπαλοι του AKP τάχθηκαν κατά του αποτυχημένου πραξικοπήματος, οι μαζικές συλλήψεις και απολύσεις ακαδημαϊκών, δικαστών, δημοσιογράφων, στρατιωτών και δημοσίων υπαλλήλων καταστρέφουν τις προϋποθέσεις επαναπροσέγγισης ανάμεσα στην κυβέρνηση και την αντιπολίτευση. Είναι κάτι που ίσως δεν απασχολεί τον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, η εκλογική τακτική του οποίου συνίσταται στην πόλωση της κοινωνίας σε αντιμαχόμενες ταυτότητες.
Το πογκρόμ είναι τόσο μεγάλο -απλώνεται σε περίπου 80.000 υπόπτους- που μπορεί να διαλύσει θεσμούς οι οποίοι ήδη λυγίζουν υπό το βάρος του αυταρχισμού του κ. Ερντογάν και καταστρέφουν το ανοσοποιητικό σύστημα των υπηρεσιών ασφαλείας της Τουρκίας.
Αυτό ίσως να είναι μόνο ένα δευτερεύον πρόβλημα για τους ηγέτες του AKP, οι οποίοι γλίτωσαν την τελευταία στιγμή από ένα πραξικόπημα που δεν κατάφεραν να εντοπίσουν και τώρα ενδιαφέρονται πρωτίστως για την ασφάλεια της κυβέρνησης και του κόμματος.
Αλλά η βαθιά διείσδυση στο κράτος που αποδίδεται στους Γκιουλενιστές -του αντίπαλου ισλαμιστικού κινήματος που έχει κατηγορήσει ο Ερντογάν για το πραξικόπημα- είναι εφικτή μόνο με κάποιο βαθμό ανοχής από τα υψηλά κλιμάκια της κυβέρνησης, του κόμματος και της γραφειοκρατίας. Καθώς θα συνεχίζονται οι εκκαθαρίσεις, είναι πιθανό να εκτεθούν ανώτατα στελέχη του AKP και αυτό είναι κάτι που πρέπει να τους ανησυχεί.
Η κυβέρνηση προσπαθεί να δικαιολογήσει αυτή τη θεσμική καταστροφή ως κάποιου είδους παράβλεψη, ένα ειλικρινές λάθος του κ. Ερντογάν και του ΑΚP στο να εμπιστευτούν τον Φετουλάχ Γκιουλέν. Υπουργοί ισχυρίζονται ότι πίστευαν πως αυτός ο κληρικός με έδρα τις ΗΠΑ ηγούνταν ενός φωτισμένου ισλαμικού κινήματος, όταν στην πραγματικότητα ήταν μια ισλαμιστική αίρεση. Αλλά η επίκληση της αφέλειας φαίνεται ύποπτα υποκριτική. Ακόμα και αν η κυβέρνηση χρησιμοποιεί το πραξικόπημα ως μια πρόφαση για να βγάλει από τη μέση και άλλους αντιπάλους ενώ κυνηγάει τους Γκιουλενιστές, τα νούμερα είναι απλά εξωπραγματικά.
Μέχρι τώρα 149 στρατηγοί, περίπου η μισή στρατιωτική ηγεσία της Τουρκίας, συνελήφθησαν ή παύθηκαν από τα καθήκοντά τους. Πάνω από τις μισές ταξιαρχίες είχαν κάποια εμπλοκή στην απόπειρα πραξικοπήματος. Παρά το πογκρόμ στην αστυνομία μετά την έρευνα που ξεκίνησαν οι Γκιουλενιστές στον στενό κύκλο του Ερντογάν το Δεκέμβριο του 2013, υπουργοί υποστηρίζουν πως περισσότεροι από τους μισούς αρχηγούς της αστυνομίας είχαν σχέση με το κίνημα.
Παραδόξως, η διείσδυση στον στρατό, για την οποία οι στρατηγοί δεν φαίνεται να γνώριζαν πολλά, είναι πιο εύκολο να κατανοηθεί. Οι Γκιουλενιστές άρχισαν να τοποθετούν τους οπαδούς τους στην αστυνομία και στο δικαστικό σώμα στο τέλος της δεκαετίας του 1970, αλλά μέχρι να έρθει στην εξουσία το AKP το 2002, ο στρατός διενεργούσε τακτικές εκκαθαρίσεις ύποπτων Ισλαμιστών αξιωματικών. Η κυβέρνηση έβαλε ένα τέλος σε αυτό και βασίστηκε στους Γκιουλενιστές για να αντιμετωπίσει τους κεμαλιστές στρατηγούς που προσπαθούσαν να ρίξουν το AKP.
H μάχη κράτησε από το 2008 ως το 2011 και δόθηκε από Γκιουλενιστές εισαγγελείς για λογαριασμό του AKP. Εισαγγελείς έβαλαν πίσω από τα κάγκελα 43 στρατηγούς σε μια σειρά από δίκες-παρωδία για υποθέσεις όπως αυτή με την κωδική ονομασία «Βαριοπούλα». Οι Γκιουλενιστές αντικατέστησαν τους στρατηγούς με δικά τους στελέχη στις ένοπλες δυνάμεις. Αλλά ο αριθμός των στρατηγών που βρίσκονται τώρα στο στόχαστρο είναι τουλάχιστον τετραπλάσιος.
Πώς συνέβη αυτό; «Έχουμε και εμείς το ίδιο ερώτημα» λέει ο υπουργός Οικονομικών, Νασί Αγκμπάλ. Το ίδιο ισχύει σε όλα τα κυβερνητικά γραφεία στην Άγκυρα.
Οι Γκιουλενιστές διατηρούσαν ένα εξωπραγματικό επίπεδο μυστικότητας και είχαν την τάση να στοχεύουν σε θέσεις που χρησίμευαν στη διευκόλυνση της εισόδου στελεχών, όπως θέσεις στα τμήματα ανθρώπινου δυναμικού. Η Σελίν Σάγιεκ Μποκ, επικεφαλής οικονομικής πολιτικής και εκπρόσωπος του σοσιαλδημοκρατικού Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού κόμματος, το οποίο προειδοποιούσε εδώ και καιρό για τους κινδύνους από τη διείσδυση των Γκιουλενιστών, υποστηρίζει ότι «τα νούμερα εγείρουν ανησυχίες, αλλά για περισσότερα από 14 χρόνια υπήρχε μια συντονισμένη προσπάθεια να τοποθετηθούν Γκιουλενιστές εντός του κράτους, οπότε είναι λογικό να είναι μεγάλοι οι αριθμοί».
Στο υπουργείο Εξωτερικών για παράδειγμα, ένα αξιοκρατικό προπύργιο του κοσμικού κράτους, παύθηκαν από τα καθήκοντά τους 300 άτομα. Όταν ο Αχμέτ Νταβούτογλου -ο οποίος καθαιρέθηκε τον Μάιο από τη θέση του πρωθυπουργού από τον Ερντογάν- ήταν υπουργός Εξωτερικών την περίοδο 2011-2014, εκφράστηκε κάποια ενόχληση από Τούρκους διπλωμάτες για την πρόσληψη αξιωματούχων με χαμηλότερα προσόντα αλλά με ισλαμιστικές πεποιθήσεις.
Η εισροή τριπλασιάστηκε, ενώ η δύσκολη διαδικασία εισαγωγής αντικαταστάθηκε από εξετάσεις πολλαπλών επιλογών. Η υπόθεση είναι πως αυτό επέτρεψε στους Γκιουλενιστές να διαρρεύσουν τις απαντήσεις στους δικούς τους, όπως είχαν κάνει αλλού, σε εξετάσεις για την εισαγωγή στον στρατό και στην αστυνομία. «Έχει να κάνει με τις εισαγωγικές εξετάσεις, για το αν έκλεψαν για να μπουν», λέει ανώτατο στέλεχος του υπουργείου.
Υπάρχει ένα μοτίβο το οποίο δείχνει προς τα υψηλότερα κλιμάκια. Αυτός είναι ο λόγος που ο κ. Ερντογάν και ο πρωθυπουργός Μπιναλί Γιλντιρίμ προειδοποίησαν τις τελευταίες ημέρες να μην προχωρήσουν πολύ βαθιά οι εκκαθαρίσεις. Αλλά ίσως να είναι πολύ αργά.
«Σε κάποιο σημείο, ανώτατα στελέχη από το AKP θα πέσουν στη φάκα», δήλωσε πρώην κυβερνητικός αξιωματούχος, λέγοντας ότι «διαφορετικά δεν μπορείς να το εξηγήσεις αυτό, πώς αυτοί οι άνθρωποι απέκτησαν τέτοια εξουσία».
© The Financial Times Limited 2016. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation