Ήταν Παρασκευή βράδυ, λίγο μετά τις 10, όταν ο Αχμέτ Κερίμ, 60χρονος οδηγός ταξί που έψαχνε πελάτες, έπεσε πάνω σε μια σειρά στρατιωτών, παραταγμένων πριν τη γέφυρα του Βοσπόρου στην Κωνσταντινούπολη.
«Ο στρατός έχει πάρει στα χέρια του τον έλεγχο του κράτους», φώναξαν οι στρατιώτες. Πίσω τους, μια σειρά τανκς μπλόκαραν την είσοδο της γέφυρας.
Ήταν η «πρώτη πράξη» ενώ αιματηρού -και εντέλει αποτυχημένου- πραξικοπήματος, που προσπάθησε να αποσπάσει με τη βία την εξουσία από έναν άνθρωπο που έχει κυριαρχήσει στην Τουρκία εδώ και πάνω από μια δεκαετία.
Όλως περιέργως, ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ήταν σε διακοπές στην τουρκική Ριβιέρα. Μέσα στις επόμενες 10 ώρες, τα ηνία του κράτους κινούνταν μεταξύ των στρατιωτών και της κυβέρνησής του. Κλεμμένα μαχητικά αεροσκάψη βούιζαν στις στέγες, δημιουργώντας ωστικά κύματα που διέλυαν παράθυρα σε όλη την Κωνσταντινούπολη και την Άγκυρα.
Το κοινοβούλιο στην Άγκυρα θα βομβαρδιζόταν, όπως και οι τοίχοι έξω από το πολυτελές παλάτι του κ. Ερντογάν. Το γραφείο του πρωθυπουργού Μπιναλί Γιλντιρίμ θα λεηλατούνταν, τηλεοπτικοί σταθμοί θα καταλαμβάνονταν και διαδηλωτές θα πυροβολούνταν.
Τουλάχιστον δύο μαχητικά αεροσκάφη θα ακολουθούσαν και θα «παρενοχλούσαν» το ιδιωτικό αεροπλάνο του κ. Ερντογάν, σύμφωνα με Τούρκο αξιωματούχο. Σε έναν γάμο στο δημοφιλές Moda Club στην Κωνσταντινούπολη, ανώτατοι διοικητές της πολεμικής αεροπορίας θα κρατούνταν από ένοπλους κομάντο που θα τους στοίβαζαν σε ένα ελικόπτερο. Ο επικεφαλής της αντιτρομοκρατικής μονάδας της αστυνομίας θα πυροβολούνταν στο κεφάλι.
Πολλά παραμένουν ασαφή σε ό,τι αφορά στο αποτυχημένο πραξικόπημα της Παρασκευής, αλλά τουλάχιστον ένα πράγμα είναι προφανές: τόσο ο τουρκικός στρατός, ένας από τους μεγαλύτερους του κόσμου, όσο και οι τουρκικές μυστικές υπηρεσίες, από τις πιο ενεργές στον κόσμο, απέτυχαν να εμποδίσουν τη διείσδυση στις τάξεις τους ανθρώπων που είναι πιστοί όχι στη δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση της χώρας αλλά -όπως ισχυρίζεται ο κ. Ερντογάν- σε έναν γερασμένο, αυτοεξόριστο κληρικό που ζει σε μια μικρή φάρμα στην Πενσιλβάνια, τον Φετουλά Γκιουλέν.
Αν και κάποιες λεπτομέρειες δείχνουν ότι το σχέδιο καταστρωνόταν για καιρό, η απόφαση για την υλοποίησή του λήφθηκε ενόψει μιας εξαμηνιαίας συνάντησης του ανώτατου συμβουλίου του στρατού, του οποίου η ατζέντα περιλάμβανε την απομάκρυνση πολλών από εκείνους που τελικά εμπλέκονταν στο πραξικόπημα, επισημαίνουν Τούρκοι αξιωματούχοι.
Οι συνωμότες, σύμφωνα με Τούρκους αξιωματούχους, περιλάμβαναν 24 στρατηγούς, πάνω από 20 συνταγματάρχες, τουλάχιστον 6.000 άλλους στρατιώτες που ήδη κρατούνται και άλλους 3.000 που ακόμη αναζητούνται. Αργά την Κυριακή, ο συνταγματάρχης Αλί Γιαζίτς, ο υπασπιστής του προέδρου που είχε ελεύθερη πρόσβαση στον κ. Ερντογάν, συνελήφθη.
Η λίστα περιλαμβάνει τον πρώην αρχηγό της πολεμικής αεροπορίας Ακίν Οζτούρκ, έναν στρατηγό τεσσάρων αστέρων, τους διοικητές τριών από τις τέσσερις Στρατιές της Τουρκίας και τουλάχιστον άλλους 100 που η κυβέρνηση έχει ταυτοποιήσει ως συνωμότες.
Ίσως το πιο ανησυχητικό για τους συμμάχους της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ είναι ότι ο ταξίαρχος που ήταν επικεφαλής της αεροπορικής βάσης στο Ιντσιρλίκ επίσης κατηγορείται ότι συμμετείχε στη χούντα, επιτρέποντας στα κλεμμένα μαχητικά αεροσκάφη να ανεφοδιαστούν στην ίδια βάση όπου αμερικανικά, γερμανικά και βρετανικά πολεμικά αεροσκάφη εκτελούν επιχειρήσεις κατά του Ισλαμικού Κράτους.
Οι πορείες τους προς θέσεις εξουσίας είχαν εγκριθεί από τους συνεργάτες τους στο δικαστικό σώμα και αλλού. Τούρκος αξιωματούχος με πρόσβαση σε προκαταρκτικές έρευνες τόνισε ότι ο κ. Οζτούρκ είχε προαχθεί στη θέση του αφότου φίλα προσκείμενοι στον Γκιουλέν εισαγγελείς κατασκεύασαν αποδείξεις προκειμένου να συλλάβουν πολλούς από τους ανωτέρους του το 2009, ενώ μέχρι και 400 πιλότοι πήραν πιστοποιήσεις ότι είναι ανίκανοι να πετάξουν κατά την περίοδο 2007-2011, ώστε οι υποστηρικτές του Γκιουλέν να εισχωρήσουν στις ανώτερες βαθμίδες της πολεμικής αεροπορίας.
Για να πετύχουν, οι συνωμότες έπρεπε να κάνουν ένα πράγμα πριν απ' όλα την Παρασκευή: να φτάσουν στον πρόεδρο και τον Χουλουσί Ακάρ, αρχηγό γενικού επιτελείου στον τουρκικό στρατό. Σε αυτό απέτυχαν.
Το αεροπλάνο του προέδρου έφυγε από το περιφερειακό αεροδρόμιο Νταλαμάν αμέσως μόλις η είδηση για το πραξικόπημα ακούστηκε από την εθνική τηλεόραση. Είχε ήδη φύγει, τη στιγμή που 20 στρατιώτες κατέκλυσαν το ξενοδοχείο όπου περνούσε τις διακοπές του.
«Δεν μπορούσαν να μας εντοπίσουν», αφηγήθηκε αργότερα ο κ. Ερντογάν, τονίζοντας ότι το ξενοδοχείο είχε βομβαρδιστεί.
Αλλά στην Άγκυρα, όπου βρίσκεται το αρχηγείο του τουρκικού γενικού επιτελείου κοντά στο κοινοβούλιο, κυριαρχούσε το χάος.
Σύμφωνα με δύο Τούρκους αξιωματούχους που ενημέρωναν για την κατάσταση, δεκάδες ένοπλοι άνδρες εισέβαλαν στα γραφεία του κ. Ακάρ λίγο μετά τις εννιά, απαιτώντας από εκείνον να υπογράψει ένα έγγραφο με το οποίο θα ορκιζόταν πως υποστηρίζει το πραξικόπημα.
Κάποια στιγμή, τόνισε ένας αξιωματούχος, ένας στρατιώτης έκανε κεφαλοκλείδωμα στον επικεφαλής του στρατού, πριν ο κ. Ακάρ απαχθεί υπό την απειλή όπλου και οδηγηθεί σε μια βάση έξω από την Άγκυρα. (Το Σάββατο, αφού τελικά απελευθερώθηκε, ο λαιμός του ακόμη έφερε τα σημάδια της βίαιης κίνησης).
Ήδη από νωρίς, η αποσχισθείσα ομάδα του στρατού είχε το πάνω χέρι. Το πού βρισκόταν ο πρόεδρος ήταν άγνωστο και τουλάχιστον έξι F16 ήταν υπό τον έλεγχό της, και πέταξαν από την αεροπορική βάση Ντιγιάρμπακιρ στη Νότια Τουρκία.
Μοναδική πραγματική αντίσταση φαίνεται ότι προήλθε από την αστυνομία, ενάντια της οποίας οι πραξικοπηματίες καταφέρθηκαν με μένος. Στην Άγκυρα, λίγο μετά τις 11:24 το βράδυ, ένας ρεπόρτερ των FT έγινε μάρτυρας του βομβαρδισμού εγκαταστάσεων της αστυνομίας έξω από την πόλη -αργότερα έγινε γνωστό ότι σχεδόν 40 άνθρωποι σκοτώθηκαν εκεί. Μέσα στην Άγκυρα, το αρχηγείο της αστυνομίας ισοπεδώθηκε από έναν βομβαρδισμό και έπειτα έγινε στόχος επίθεσης ενός ελικοπτέρου μόλις μετά τη μία το βράδυ.
Και στα στούντιο της κρατικής τηλεόρασης, οπλισμένοι στρατιώτες εξανάγκασαν την παρουσιάστρια του δελτίου ειδήσεων να διαβάσει μια ανακοίνωση της ομάδας, η οποία αυτοαποκαλούνταν «Κίνημα για την Ειρήνη στην Πατρίδα».
Είχαν καταλάβει «τη διακυβέρνηση της χώρας, για να αποκαταστήσουν τη συνταγματική τάξη, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις ελευθερίες, το κράτος δικαίου και τη γενικότερη ασφάλεια που είχε πληγεί», ανέφερε η ομάδα.
Στην Κωνσταντινούπολη, σε ένα ζαχαροπλαστείο κοντά στην στρατιωτική ακαδημία Kuleli, ο Ομέρ Γιαζιτζί παρακολούθησε μια ομάδα στρατιωτών να παρελαύνουν έξω από τη σχολή και προς το αστυνομικό τμήμα του Τσενγκελόι. «Τη μια στιγμή σέρβιρα παγωτό, την άλλη βρισκόμουν στο πάτωμα», είπε.
Άκουσε τους στρατιώτες να απαιτούν από την αστυνομία να παραδοθεί. Όταν η αστυνομία αρνήθηκε, κάποιοι κάτοικοι της περιοχής πλησίασαν. «Τους είδα να πυροβολούν και να σκοτώνουν ανθρώπους», ανέφερε, κουνώντας το κεφάλι του. «Έπειτα οι στρατιώτες ξάπλωσαν στον δρόμο, ακριβώς μπροστά μας, σε θέση βολής -λες και ήμασταν εν μέσω μάχης».
Καθώς κλιμακωνόταν η βία, με τανκς να περνούν πάνω από αυτοκίνητα στους μεγαλύτερους δρόμους της Άγκυρας και μαχητικά αεροσκάφη να βουίζουν τόσο στην Άγκυρα, όσο και στην Κωνσταντινούπολη, μια παρουσιάστρια στο τουρκικό CNN άκουσε από τον παραγωγό του δελτίου ότι ο πρόεδρος ήταν στην τηλεφωνική γραμμή.
Αυτό που ακολούθησε ήταν ένα σουρεαλιστικό θέαμα για τους Τούρκους, που έχουν συνηθίσει την επιβλητική παρουσία του κ. Ερντογάν: ο πολιορκημένος ηγέτης μιλούσε από άγνωστη περιοχή μέσω μιας κάμερας κινητού τηλεφώνου.
Η παρουσιάστρια έβγαλε το μικρόφωνό της και το κράτησε κοντά στο τηλέφωνο του παραγωγού, και η κάμερα ζούμαρε στο πρόσωπο του κ. Ερντογάν.
Και έτσι, μισή ώρα μετά τα μεσάνυχτα -πάνω από τρεις ώρες από όταν ξεκίνησε το αποτυχημένο πραξικόπημα-, ο κ. Ερντογάν μετέφερε ένα μήνυμα στους πολίτες του: κατεβείτε στους δρόμους!
Κατά χιλιάδες υπάκουσαν: αντιμετωπίζοντας τους στρατιώτες, ξαπλώνοντας μπροστά από τανκς και κατακλύζοντας το αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης.
Οι ιμάμηδες στα τοπικά τζαμιά χρησιμοποίησαν έναν από τους παλαιότερους τρόπους ενημέρωσης για να ενισχύσουν το μήνυμα, ανοίγοντας τα μεγάφωνα και ψέλνοντας ένα salaa. Αυτή η έκκληση, διαφορετική από εκείνη που ακούγεται πέντε φορές την ημέρα για να καλέσει σε προσευχή, χρησιμοποιείται σπάνια, συνήθως μετά τον θάνατο ενός σημαντικού προσώπου, και σε αυτή την περίπτωση για να προειδοποιήσει, να κινητοποιήσει και να ενθαρρύνει τον κόσμο.
«Οι στρατιώτες φώναζαν στους ανθρώπους να φύγουν, αλλά αυτοί δεν το έκαναν, οπότε άρχισαν να πυροβολούν στον αέρα», θυμάται ο Καράμ αλ-Χαμάντ, ένας εθελοντής που έτρεξε στην κεντρική πλατεία Ταξίμ στην Κωνσταντινούπολη, όπου βρήκε σερβιτόρους και μάγειρες ακόμη με τις λευκές στολές τους και νεαρές γυναίκες με στενά παντελόνια να εγκαταλείπουν τη διασκέδασή τους.
«Στην αρχή ο κόσμος άρχισε να οπισθοχωρεί, αλλά όλο και περισσότεροι άνθρωποι έρχονταν στην πλατεία και μέσα σε λίγα λεπτά άρχισαν και πάλι να τους αποκρούουν».
Πίσω στη γέφυρα του Βοσπόρου, τα πλήθη τελικά έσπασαν τα φράγματα, καρφώνοντας με το βλέμμα τα όπλα των στρατιωτών. Έπεσαν πυροβολισμοί -δύο χτύπησαν τον Έρολ Ολτσάκ, έναν φίλο και υποστηρικτή του κ. Ερντογάν από τον καιρό που ήταν δήμαρχος στην Κωνσταντινούπολη, και τον 16χρονο γιο του, Αμπντουλά.
Στην Άγκυρα, ο συνταγματάρχης Σαίτ Ερτούρκ, 47 ετών, αναγνώρισε κάποιους στρατιώτες από προηγούμενες επιχειρήσεις. Στις τρεις τα ξημερώματα, τους παρακάλεσε να κατεβάσουν τα όπλα τους. Αντ' αυτού, τον πυροβόλησαν.
Ο αδελφός του αρχηγού του στρατιωτικού επιτελείου του κ. Ερντογάν, Ιλάν Βαράνκ, ανήρτησε ένα επιθετικό tweet: «Αν φοβόμαστε εμείς, θα φοβηθούν όλοι. Βγαίνω έξω». Εκείνος, επίσης, σκοτώθηκε. Και στην κηδεία του Έρολ Ολτσάκ την Κυριακή, ο κ. Ερντογάν, ο τύραννος της Τουρκίας, έκλαψε.
Σε όλη τη διάρκεια της νύχτας, τα κινητά τηλέφωνα της Τουρκίας λάμβαναν γραπτά μηνύματα από τον κ. Ερντογάν, ο οποίος ενθάρρυνε τους πολίτες να παλέψουν για το κράτος. Στο παρασκήνιο, σύμφωνα με έναν Τούρκο βουλευτή, ο κ. Ερντογάν και οι συνεργάτες του περίμεναν από τις νομιμόφρονες ομάδες του στρατού να καταλήξουν σε μια στρατηγική.
Οι άνθρωποι που κρύβονταν πίσω από το πραξικόπημα απάντησαν με περισσότερη βία -το κοινοβούλιο βομβαρδίστηκε, ένα αεροπλάνο βομβάρδισε την περιοχή κοντά στο μεγάλο προεδρικό παλάτι του κ. Ερντογάν.
Περίπου στις 3:30, στρατιώτες εισέβαλαν στα λαμπερά, μοντέρνα γραφεία του Dogan Media Group, που στεγάζει το τηλεοπτικό κανάλι του τουρκικού CNN. Σύντομα έπειτα από αυτό, το κανάλι σταμάτησε να μεταδίδει, όπως έκαναν κι άλλα.
Τότε, έξω από το αεροδρόμιο στην Κωνσταντινούπολη, ένας βρυχηθμός πέρασε μέσα από τα πλήθη: το αεροπλάνο του προέδρου είχε προσγειωθεί.
Με τον γαμπρό του στο πλάι του, ένα τεράστιο πλήθος στα πόδια του, ο κ. Ερντογάν απευθύνθηκε για πρώτη φορά επίσημα στο κράτος. Η ίδια η εμφάνισή του αντέκρουσε την αίσθηση μιας χώρας που γλιστρά από τα χέρια του.
Οι υποστηρικτές του «φούσκωσαν» από αυτοπεποίθηση. Ο Μοχάμεντ Οζμάν, ένας σχεδιαστής διαδικτυακών εφαρμογών, πέρασε όλη τη νύχτα δίπλα στη γέφυρα του Βοσπόρου και τάχθηκε στο πλευρό της αστυνομίας όταν επιτέθηκε στις πέντε το πρωί.
«Οι στρατιώτες μας πυροβολούσαν και μπορούσαμε να αισθανθούμε τις σφαίρες να σφυρίζουν περνώντας δίπλα μας -αλλά ήταν λες και μπορούσαμε να περπατήσουμε μέσα από αυτές (...) Νόμιζα ότι θα φοβηθώ, αλλά η ενέργεια του πλήθους μας ήταν τόσο ισχυρή».
Παρακολούθησε με ικανοποίηση, όπως είπε, τους στρατιώτες τελικά να εγκαταλείπουν με τα χέρια τους στο κεφάλι. «Κανείς δεν θα έπρεπε ποτέ να τολμήσει να μπει ανάμεσα στον Ερντογάν και τον λαό του», παρατήρησε.
Το πραξικόπημα δεν είχε ακόμη τελειώσει, αλλά η εκκαθάριση ήδη ξεκινούσε.
© The Financial Times Limited 2016. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation