Σε συζητήσεις με υψηλόβαθμους Ευρωπαίους αξιωματούχους, ακούω ένα αποκαλυπτικό επιχείρημα: αν η Βρετανία ψηφίσει για να φύγει από την ΕΕ και αν αυτό αντιμετωπιστεί ως επιτυχία, άλλα κράτη-μέλη ίσως θελήσουν να ακολουθήσουν. Και αυτός ο κίνδυνος πρέπει να εκλείψει.
Αυτός ο τρόπος σκέψης αποκαλύπτει μια σιωπηρή παραδοχή ότι το Brexit μπορεί να δουλέψει οικονομικά. Ειδικότερα όσοι σκέφτονται έτσι ανησυχούν ότι μια επιτυχημένη έξοδος της Βρετανίας θα στερήσει από τους φιλοευρωπαίους αυτό που πιστεύουν ότι είναι το ισχυρότερο επιχείρημά τους: ο φόβος του αγνώστου.
Η πρόσφατη στροφή στις δημοσκοπήσεις προς το «φεύγουμε» υπονοεί ότι η καμπάνια φόβου από το στρατόπεδο του «μένουμε» δεν δουλεύει. Αν το «σχέδιο φόβος», όπως βαπτίστηκε η καμπάνια των «μένουμε», αποτυγχάνει στη Μεγάλη Βρετανία, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί αλλού. Οι φιλοευρωπαίοι θα πρέπει τότε να σχηματίσουν μια θετική καμπάνια για την Ευρώπη, κάτι που πολλοί από αυτούς βρίσκουν ότι είναι δύσκολο να γίνει.
Το Brexit τότε θα ξεδιπλώσει ένα φαινόμενο ντόμινο, στο οποίο η μία χώρα μετά την άλλη ίσως αποφασίσουν να ακολουθήσουν τη Μεγάλη Βρετανία στην έξοδο.
Και έτσι ένα επιτυχημένο Brexit θα πρέπει να αποτραπεί με κάθε κόστος. Στη Γαλλία κάποιοι αξιωματούχοι έχουν υποστηρίξει μια τιμωρητική αντίδραση απέναντι στη Μεγάλη Βρετανία, ή τουλάχιστον ένα ξεκάθαρο διαζύγιο από όλες τις ευρωπαϊκές συνθήκες, περιλαμβανομένης της κοινής αγοράς. Αντιδρούν σε κάθε συμφωνία «ήπιας» εξόδου, που δίνει στη Μεγάλη Βρετανία προνομιακή πρόσβαση στη μεγαλύτερη ζώνη ελεύθερου εμπορίου στον κόσμο.
Είναι ρεαλιστική η υπόθεση μιας ήπιας οικονομικής επίπτωσης; Αν ναι, πρέπει άλλα κράτη-μέλη να προχωρήσουν σε αντίποινα για να δημιουργήσουν ένα «παράδειγμα»; Η απάντησή μου είναι: πιθανότατα «ναι» και σίγουρα «όχι».
Θα υπάρχουν οικονομικές συνέπειες σε ένα Brexit, αλλά πιστεύω ότι αυτές δεν θα είναι τόσο δραματικές όσο η καμπάνια «μένουμε» υπονοεί. Και όχι, τα άλλα κράτη-μέλη δεν πρέπει να προχωρήσουν σε αντίποινα. Θα τα πλήξει περισσότερο απ' όσο τη Βρετανία.
Ξέρω ότι το βρετανικό υπουργείο Οικονομικών, η Τράπεζα της Αγγλίας, ο ΟΟΣΑ και το ΔΝΤ έχουν παρουσιάσει μελέτες με στόχο να δείξουν το σοβαρό οικονομικό αντίκτυπο στη Βρετανία. Το πρόβλημα είναι ότι αυτές οι μελέτες στηρίζονται σε μάλλον συγκεκριμένες υποθέσεις για το μελλοντικό εμπόριο και, ακόμα σημαντικότερο, για το πώς η οικονομία θα προσαρμοστεί μακροπρόθεσμα, και όλες αυτές οι υποθέσεις είναι άκρως υποθετικές και σίγουρα λάθος. Η βρετανική οικονομία θα προσαρμοστεί στο νέο καθεστώς όπως προσαρμόστηκε στην κοινή αγορά όταν ξεκίνησε πριν από είκοσι χρόνια.
Τα μακροοικονομικά μοντέλα έχουν πολλούς χρήσιμους ρόλους. Είναι όμως κατάχρηση της μεθοδολογίας και των μαθηματικών παραδοχών να προσποιείσαι ότι μπορείς να προβλέψεις τις μακροπρόθεσμες οικονομικές συνέπειες από μια άγνωστη πολιτική απόφαση. Υπάρχουν, βέβαια, μια σειρά συγκεκριμένων αρνητικών οικονομικών συνεπειών αλλά επίσης και αυτές που τις αντισταθμίζουν. Η στερλίνα θα υποτιμηθεί και θα οδηγήσει σε μείωση του μεγάλου βρετανικού ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Οι τιμές των κατοικιών ίσως πέσουν αλλά αυτό μπορεί να είναι καλό. Και αν το City χάσει κάποιες επιχειρήσεις, αυτό δεν θα είναι απαραίτητα κακό για το σύνολο της οικονομίας.
Η οικονομική θεωρία μάς λέει ότι ο πλούτος μιας χώρας εντέλει εξαρτάται από τις δεξιότητες, τους πόρους και την ποιότητα των πολιτικών της. Είναι δύσκολο να δούμε πώς το Brexit θα τα αλλάξει αυτά, εκτός αν πιστεύετε ότι η Μεγάλη Βρετανία μεταμορφώνεται σε κάποια έκδοση της Βορείου Κορέας.
Βραχυπρόθεσμα το Brexit θα έχει αρνητικό οικονομικό αντίκτυπο. Θα είναι μια ξαφνική αλλαγή καθεστώτος και αυτή μπορεί να προκαλέσει οικονομικές απώλειες. Αλλά θα είναι τρέλα να αφήσουμε τις εκτιμήσεις για το βραχυπρόθεσμο οικονομικό κόστος να μπουν στη μέση μιας μακροπρόθεσμης απόφασης που αφορά στην στρατηγική θέση της χώρας στην Ευρώπη.
Η παραδοχή αυτών των ανησυχιών για το πολιτικό αντίκτυπο που θα έχει αλλού το Brexit είναι λοιπόν σωστές. Πώς πρέπει να αντιδράσουν οι άλλοι; Πρέπει να στοχεύσουν στο να ανεβάσουν το οικονομικό κόστος της μετάβασης για τη Μεγάλη Βρετανία, για να αποθαρρύνουν άλλους από το να ακολουθήσουν; Αυτό θα είναι ανεύθυνο και αντιπαραγωγικό. Πρώτον η ΕΕ έχει εμπορικό πλεόνασμα με τη Βρετανία. Ακόμα σημαντικότερο, η ΕΕ είναι ήδη απασχολημένη με το να χάνει τη φήμη της με την ηθικά άθλια συμφωνία με την Τουρκία για το προσφυγικό. Αν η ΕΕ αρχίσει να τιμωρεί ένα κράτος-μέλος γιατί αποχωρεί, θα αποκτήσει τη φήμη ενός κακού καθεστώτος.
Υπάρχει ένα γερμανικό ρητό που λέει ότι κάποιος δεν πρέπει να προσπαθεί να καθυστερήσει τους ταξιδιώτες από το ταξίδι τους. Η συμβουλή μου είναι να αφήσουν τη Βρετανία να φύγει εν ειρήνη, να προσφέρουν μια καλή συμφωνία και να σκεφτούν στρατηγικά. Η ΕΕ χρειάζεται ακόμα τη Βρετανία σε πολλά πεδία πολιτικής. Και ποιος ξέρει, ίσως η Βρετανία επιλέξει να επιστρέψει στην ΕΕ στο μέλλον.
Αν το «μένουμε» κερδίσει, περιμένω τις άλλες κυβερνήσεις της ΕΕ να τιμήσουν τη συμφωνία με τον David Cameron, τον Βρετανό πρωθυπουργό. Υπό καμία συγκυρία δεν θα πρέπει η ΕΕ να δεχτεί αλλαγή συνθήκης που επιτρέπει στη Μεγάλη Βρετανία να απαλλαγεί από μια ακόμα στενότερη ένωση. Αυτό θα καθιστούσε παράλογη την όλη ιδέα της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Δεδομένης της έλλειψης όρεξης για αλλαγή Συνθηκών, ειδικά στη Γαλλία, δεν βλέπω τον κίνδυνο αυτό να γίνει.
Αλλά όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, οι πιθανότητες η Μεγάλη Βρετανία να παίξει ενεργό ρόλο στη διαμόρφωση του μέλλοντος της Ευρώπης είναι ελάχιστες.
© The Financial Times Limited 2016. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation