Ο αριθμός των προσφύγων που επέστρεψαν στην Τουρκία από την Ελλάδα είναι πολύ μικρότερος από τις προσδοκίες της ΕΕ, πυροδοτώντας φόβους ότι ένα νέο κύμα αφίξεων θα μπορούσε να κατακλύσει τα νησιά του Αιγαίου το καλοκαίρι.
Λιγότεροι από 400 από τις 8.500 που έφτασαν στα ελληνικά νησιά μετά τις 20 Μαρτίου και τη συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας, που στόχευε στη μείωση των προσφυγικών ροών, επέστρεψαν στην Τουρκία, σύμφωνα με στοιχεία από το συντονιστικό όργανο της ελληνικής κυβέρνησης.
Αντίθετα, η Αθήνα ενέκρινε πάνω από το 30% των αιτήσεων από τις 600 που υπέβαλαν Σύροι οι οποίοι μπήκαν στη χώρα μετά τις 20 Μαρτίου, ένα σημαντικά υψηλότερο ποσοστό από αυτό που αναμενόταν, σύμφωνα με Ευρωπαίους αξιωματούχους και ανθρώπους που παρέχουν βοήθεια.
Ενώ ο αργός ρυθμός επιστροφών θα ενοχλήσει πολλούς στις Βρυξέλλες, Έλληνες αξιωματούχοι λένε ότι αντανακλά την πολιτική τους στις αιτήσεις ασύλου. Απορρίπτουν φόβους ότι η συμφωνία μεταξύ ΕΕ-Τουρκίας θα καταρρεύσει αν η τάση συνεχιστεί -οδηγώντας σε αύξηση των ροών- και τονίζουν ότι ο ελληνικός μεταναστευτικός νόμος δεν αναγνωρίζει την Τουρκία ως «ασφαλή τρίτη χώρα» για τους πρόσφυγες.
Η Μαρία Σταυροπούλου, πρώην αξιωματούχος του ΟΗΕ που ηγείται της ελληνικής υπηρεσίας ασύλου, είπε: «Κατανοούμε πλήρως τις [ευρωπαϊκές] ανησυχίες, αλλά αν το δεις από την πλευρά της τήρησης του νόμου, πηγαίνει όπως ακριβώς θα έπρεπε».
«Εχουμε πολλούς ευάλωτους ανθρώπους στα νησιά… πολλούς πολύ άρρωστους. Βάσει νόμου εξαιρούνται από τη διαδικασία επιστροφής».
Ο Επαμεινώνδας Φαρμάκης της Solidarity Now, μιας οργάνωσης που χρηματοδοτείται από τον δισεκατομμυριούχο George Soros, είπε: «Οι Βρυξέλλες θέλουν να προωθήσουν ομαδικές επιστροφές αλλά η Ελλάδα εξετάζει τις αιτήσεις για άσυλο κατά περίπτωση (case-by-case)».
Η αδυναμία της Ελλάδας να εφαρμόσει πλήρως τη συμφωνία για τις επιστροφές προστίθεται στις εντάσεις μεταξύ ΕΕ και Αγκυρας για τη βοήθεια των 3 δισ. ευρώ και το αμφιλεγόμενο θέμα της χορήγησης βίζας Σένγκεν σε Τούρκους πολίτες. Η συμφωνία για τη βίζα συμφωνήθηκε με αντάλλαγμα την τουρκική συνεργασία στον έλεγχο των προσφυγικών ροών, αφότου χώρες του Βαλκανικού διαδρόμου έκλεισαν τα σύνορά τους τον Μάρτιο.
Από τον Μάρτιο, 130 αξιωματικοί ασύλου από την υπηρεσία της ΕΕ δουλεύουν στην Ελλάδα μαζί με τοπικούς ειδικούς και μεταφραστές. Περισσότερο προσωπικό από την ΕΕ αναμένεται να φτάσει σύντομα, με στόχο να επισπευστεί η διαδικασία επιστροφής.
Οι συνθήκες διαβίωσης όμως είναι κακές για τους πρόσφυγες σε Λέσβο και Χίο, δύο από τους κύριους προορισμούς που χρησιμοποιούν οι διακινητές από τις τουρκικές ακτές, με τα κέντρα κράτησης που ελέγχει η αστυνομία στα δύο νησιά να είναι τώρα υπερπλήρη και με ελλείψεις σε νοσηλευτικές μονάδες.
Στη Χίο εκατοντάδες μετανάστες κατασκηνώνουν παράτυπα γύρω από το λιμάνι, ενώ οι τοπικές αρχές άνοιξαν ξανά ένα ξεχωριστό καμπ για οικογένειες με παιδιά, ώστε να μειωθεί η πίεση του κέντρου κράτησης στη Μόρια.
«Υπάρχουν καβγάδες κάθε μέρα για μικρά θέματα, όπως η σειρά για το φαγητό», δήλωσε ένας εργαζόμενος στη Λέσβο, που πρόσθεσε πως τέτοιες διαφωνίες «αντανακλούν επίσης εντάσεις μεταξύ διαφορετικών εθνικοτήτων για το ποιος εκτιμάται ότι έχει ευνοϊκή μεταχείριση στη διαδικασία ασύλου».
Παρά την «κωλυσιεργία», όπως αντιλαμβάνονται τη στάση της Αθήνας, οι ροές προς την Ελλάδα έχουν μειωθεί κατά σχεδόν 90% από τότε που η συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας μπήκε σε ισχύ, με ημερήσιες αφίξεις 100 ή και λιγότερων. Την Κυριακή δεν υπήρξαν καθόλου αφίξεις, σύμφωνα με το συντονιστικό.
Κι όμως κάποιοι ανησυχούν ότι το πρόβλημα απλά μεταφέρθηκε αλλού. Τον Απρίλιο οι αριθμοί των μεταναστών που έφτασαν στην Ιταλία ξεπέρασαν στο σύνολο αυτούς στην Ελλάδα για πρώτη φορά από το 2015, σύμφωνα με τη Frontex. Περίπου 8.300 πρόσφυγες εντοπίστηκαν στη οδό της κεντρικής Μεσογείου σε σύγκριση με 2.700 στο πέρασμα Ελλάδας-Τουρκίας.
© The Financial Times Limited 2016. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation