Τα αρνητικά επιτόκια ωθούν τις κεντρικές τράπεζες στο ρίσκο

Oι κεντρικές τράπεζες είναι περισσότερο γνωστές για τη θέσπιση επιτοκίων και το τύπωμα χρήματος, όμως είναι και μεταξύ των μεγαλύτερων επενδυτών. Γιατί μεταβάλλουν τη στρατηγική διαχείρισης των χαρτοφυλακίων τους. Ποιες επενδύσεις εξετάζουν.

  • της Claire Jones
Τα αρνητικά επιτόκια ωθούν τις κεντρικές τράπεζες στο ρίσκο

Επενδυτές ενός μεγάλου φάσματος, από μικρούς Γερμανούς αποταμιευτές μέχρι παγκόσμιους ασφαλιστές ζωής, παραπονιούνται εδώ και καιρό για τη χρήση των αρνητικών επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες.

Τώρα, ωστόσο, κάποιοι υποφέρουν από τα αρνητικά επιτόκια -οι ίδιες οι κεντρικές τράπεζες.

Οι μειώσεις των επιτοκίων στην Ευρώπη και την Ιαπωνία ασκούν πίεση στις αποδόσεις πολλών κεντρικών τραπεζών, μια πηγή εσόδων που χρησιμοποιούνται για την κάλυψη των εξόδων που «τρέχουν».

Μια δημοσκόπηση στην οποία συμμετείχαν διαχειριστές αποθεματικών από 77 κεντρικές τράπεζες, οι οποίοι ήταν υπεύθυνοι για αποθεματικά αξίας έξι τρισ. δολαρίων τον περασμένο Αύγουστο, κατέδειξε πως μια σαφής πλειοψηφία μεταβάλλει τη στρατηγική διαχείρισης του χαρτοφυλακίου της γι' αυτό τον λόγο -περιλαμβανομένων κινήσεων όπως η αγορά περιουσιακών στοιχείων που ενέχουν περισσότερο κίνδυνο.

«Οι κεντρικές τράπεζες χρειάζεται να διατηρήσουν κεφάλαιο, επομένως το να επενδύουν σε χρεόγραφα που τις αναγκάζουν να χάνουν χρήματα είναι παράλογο», ανέφερε ο Christian Deseglise, επικεφαλής στην HSBC σε θέματα κεντρικών τραπεζών, κρατικού πλούτου και δημόσιων funds. «Χρειάζεται να δράσουν πιο επιθετικά ώστε να παράγουν αποδόσεις και σε κάποιες περιπτώσεις παίρνουν περισσότερα ρίσκα».

Αν και οι κεντρικές τράπεζες είναι περισσότερο γνωστές για τη θέσπιση επιτοκίων και το τύπωμα χρήματος, πάνω απ' όλα είναι μεταξύ των μεγαλύτερων επενδυτών. Τα συνολικά αποθεματικά που διαχειρίζονται ήταν 10,9 τρισ. δολάρια στα τέλη του περασμένου έτους, σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Πλέον, σύμφωνα με τη δημοσκόπηση του Central Banking Publications και της HSBC, οι διαχειριστές των αποθεματικών των κεντρικών τραπεζών αγοράζουν ή «σκέφτονται σοβαρά» να αγοράσουν τεράστιο αριθμό δανείων σε μορφή χρεογράφων που εξασφαλίζονται από περιουσιακά στοιχεία ή αποσύρονται από νομίσματα που επηρεάζονται από τα αρνητικά επιτόκια.

Ιδρύματα όπως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Τράπεζα της Ιαπωνίας έχουν χρησιμοποιήσει τα αρνητικά επιτόκια για να αντιμετωπίσουν την απειλή ενός αποσταθεροποιητικού κρούσματος αποπληθωρισμού και για να τονώσουν την ανάπτυξη.

Αλλά ο συνδυασμός των αρνητικών επιτοκίων με τη μαζική αγορά ομολόγων από τις κεντρικές τράπεζες, ή αλλιώς ποσοτική χαλάρωση, έχει μειώσει τις αποδόσεις των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων. Αρκετά κυβερνητικά ομόλογα και κάποιο υψηλής ποιότητας εταιρικό χρέος διαπραγματεύονται τώρα με αρνητικές αποδόσεις, το οποίο σημαίνει ότι οι επενδυτές που θα κρατήσουν αυτά τα περιουσιακά στοιχεία μέχρι τη λήξη τους, θα χάσουν χρήματα.

«Οι διαχειριστές των αποθεματικών αποτελούν μέρος των παράπλευρων απωλειών των αρνητικών επιτοκίων», τόνισε ο John Nugée, ιδρυτής της Laburnum Consulting και πρώην διαχειριστής στην Τράπεζα της Αγγλίας.

«Θα πρέπει να λειτουργήσουν με τον κόσμο ως έχει και αντιμετωπίζουν τα ίδια προβλήματα με όλους τους άλλους. Αλλά γνωρίζουν πολύ καλά ότι υπάρχουν πολύ πιο σημαντικά ζητήματα από την απόδοση των αποθεματικών τους».

Οι κεντρικές τράπεζες είχαν στο παρελθόν την τάση να επενδύουν σε συντηρητικά περιουσιακά στοιχεία όπως υψηλής ποιότητας κυβερνητικό χρέος και στα νομίσματα που πωλούνται περισσότερο. Από τα τέλη του περασμένου έτους και μετά, το 20% των αποθεματικών τους ήταν σε περιουσιακά στοιχεία σε ευρώ, ένα πολύ μικρότερο ποσοστό συγκριτικά με τα πρώτα στάδια της χρηματοπιστωτικής κρίσης, και το 4% σε γεν. Το μεγαλύτερο μέρος -περίπου το 64%- ήταν σε δολάρια.

Το 80% των συμμετεχόντων στη δημοσκόπηση ανέφεραν ότι τα αρνητικά επιτόκια έχουν επηρεάσει τις στρατηγικές διαχείρισης των αποθεματικών των κεντρικών τραπεζών. Σχεδόν το 60% τόνισε πως τα αρνητικά επιτόκια έχουν επηρεάσει την κεντρική τους τράπεζα.

Οι κεντρικές τράπεζες διατηρούν αποθεματικά ώστε να σταθεροποιήσουν την αξία των νομισμάτων τους, παρεμβαίνοντας με την αγορά και την πώληση περιουσιακών στοιχείων προκειμένου να μετριάσουν τη μεταβλητότητα στις αγορές συναλλάγματος. Αποθεματικά μπορούν επίσης να συσσωρευτούν λόγω ηθελημένων προσπαθειών υποτίμησης των νομισμάτων.

Οι διαχειριστές των αποθεματικών παραδοσιακά προτιμούσαν τα ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία που μπορούν εύκολα να αγοραστούν και να πωληθούν. Συχνά περιορίζονται από τις δεσμεύσεις τους από την επένδυση σε περιουσιακά στοιχεία υψηλού κινδύνου. Αλλά οι κεντρικές τράπεζες έχουν εγκαταλείψει ένα μέρος του συντηρητισμού τους τα τελευταία χρόνια, με νομισματικές πολιτικές όπως η ποσοτική χαλάρωση να τις αναγκάζουν να πουλούν ομόλογα και να αγοράζουν πιο επικίνδυνα εργαλεία όπως είναι οι μετοχές.

Ένας διαχειριστής που συμμετείχε στην έρευνα ανέφερε ότι οι κεντρικές τράπεζες έχουν επίσης παρατείνει τη διάρκεια των επενδύσεών τους ώστε να μαζέψουν απόδοση -μια κίνηση που θα μπορούσε να οδηγήσει τους διαχειριστές των αποθεματικών στο να επενδύσουν σε περιουσιακά στοιχεία που είναι δυσκολότερο να αγοραστούν ή να πωληθούν.

Η δημοσκόπηση πραγματοποιήθηκε τον Μάρτιο.

© The Financial Times Limited 2016. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v