Η άνοδος της πλουτοκρατίας και η αποτυχία της πολιτικής

Εκείνο που φοβίζει τον κόσμο είναι ότι ο αγγλοσαξονικός καπιταλισμός οδεύει στο πλουτοκρατικό μοντέλο. Την οικονομία τη διοικούν οι πλούσιοι για τους πλούσιους. Κι αυτό είναι αποτυχία της πολιτικής, όχι του καπιταλισμού.

  • του Paul Marshall*
Η άνοδος της πλουτοκρατίας και η αποτυχία της πολιτικής

Είναι εύκολες οι διαμαρτυρίες εναντίον του σύγχρονου καπιταλισμού. Δεν είναι εύκολη, όμως, η προσφορά μιας ουσιαστικής εναλλακτικής λύσης. Και όταν οι επικριτές της δυτικής οικονομικής τάξης πραγμάτων, από τον Τόμας Πίκετι, μέχρι τον «επαναστάτη»-κωμικό Ράσελ Μπραντ, δεν το καταφέρνουν, τους επικρίνουμε. Ίσως επειδή δεν θέτουμε (ή δε θέτουν) τη σωστή ερώτηση.

Ίσως να μην υπάρχει αποδεδειγμένη και προφανής εναλλακτική λύση στον καπιταλισμό. Υπάρχουν όμως καθοριστικές επιλογές γιατί υπάρχουν διαφορετικά είδη καπιταλισμού. Εκείνο που προκαλεί τη μεγαλύτερη αβεβαιότητα στον κόσμο είναι ότι ο αγγλοσαξονικός καπιταλισμός οδεύει προς το πλουτοκρατικό μοντέλο. Την οικονομία τη διοικούν οι πλούσιοι για τους πλούσιους.

Οι άνθρωποι που κυριαρχούν στις λίστες με τα υψηλότερα εισοδήματα δεν είναι αθλητές, ούτε διασημότητες, ούτε δημιουργοί. Είναι στελέχη επιχειρήσεων. Το 2013, ο μέσος διευθύνων σύμβουλος στις ΗΠΑ έβγαλε 11,7 εκατ. δολάρια, δηλαδή 331 φορές τη μέση αμοιβή του Αμερικανού εργάτη.

Είναι οι μεγάλοι κερδισμένοι από τη χειραγώγηση των χρηματοπιστωτικών αγορών. Στα πέντε τελευταία χρόνια, η αμερικανική κεντρική τράπεζα Federal Reserve έχει διοχετεύσει πάνω από 3,5 τρισ. δολάρια στις αγορές ομολόγων, κατεβάζοντας τα επιτόκια και αυξάνοντας τις τιμές σε πολλά ακόμη άλλα ενεργητικά.

Σε όλο τον πλανήτη, η κεφαλαιοποίηση των χρηματιστηρίων έχει αυξηθεί κατά 18 τρισ. δολ. τουλάχιστον. Η ποσοτική χαλάρωση quantitative easing μπορεί να υπήρξε αναγκαίο κακό, αλλά έτσι όπως έγινε ευνόησε έναν μικρό αριθμό ανθρώπων. Κάθε επιχειρηματικό στέλεχος έκανε την ευνόητη και ιδιαίτερα ελκυστική κίνηση να ανταμείψει τον εαυτό του με γενναιόδωρα προγράμματα options. Οι asset managers και τα hedge funds ευνοήθηκαν επίσης.

Τα ουρανοκατέβατα κέρδη στο εισόδημα και στον πλούτο θα μπορούσαν να έχουν μοιραστεί καλύτερα αν υπήρχαν τα κατάλληλα δημοσιονομικά μέτρα, όπως έγινε σε έναν βαθμό στη Βρετανία. Αλλά δεν υπάρχει κίνδυνος να γίνει κάτι τέτοιο στις ΗΠΑ, όπου το επιχειρηματικό λόμπι έχει καταλάβει το Κογκρέσο.

Η εκπαίδευση θα έπρεπε επίσης να δουλεύει πιο ισότιμα. Αλλά στις ΗΠΑ τη ρυθμίζουν και αυτήν οι πλούσιοι. Τα σχολεία χρηματοδοτούνται μέσω της τοπικής φορολογίας, οπότε στις καλές γειτονιές υπάρχουν καλά σχολεία, ενώ οι φτωχές μένουν πίσω. Στον πανεπιστημιακό χώρο η κατάσταση ρυθμίζεται μέσω της τακτικής «δωρεάς» ιδιωτών.

Η διαφθορά στον αμερικανικό καπιταλισμό έχει τεράστια σημασία γιατί οι ΗΠΑ παραμένουν ο πολικός αστέρας για τη διεθνή οικονομία. Είναι δύσκολο να αντισταθούν οι υπόλοιπες δυτικές χώρες στις τάσεις της φορολογίας και των αμοιβών στις ΗΠΑ.

Ο Γιόζεφ Σουμπέτερ, Αυστριακός μετανάστης στις ΗΠΑ, είχε προβλέψει πολλά αυτά. Μοιραζόταν με τον Καρλ Μαρξ την άποψη ότι ο καπιταλισμός εν τέλει θα πέσει θύμα της ίδιας της επιτυχίας του. Ο Μαρξ το ονόμαζε «αρχή της αέναης συσσώρευσης πλούτου». Καθώς οι επιτυχημένες εταιρίες γίνονται μονοπώλια και αυξάνεται η ψαλίδα της εισοδηματικής ανισότητας, η μπουρζουαζία σκάβει τον ίδιο της τον τάφο. Ο Σουμπέτερ αντιμετώπιζε το ζήτημα περισσότερο από την άποψη της καταστολής της καινοτομίας, καθώς οι μεγάλες εταιρίες αποκτούν ευρεία κυριαρχία και τα διαπλεκόμενα συμφέροντα αποτρέπουν την πρόοδο της «δημιουργικής καταστροφής». Ο Μαρξ επιζητούσε την πτώση του καπιταλισμού, αλλά ο Σουμπέτερ πίστευε σε αυτόν. Έχουν σημασία οι προειδοποιήσεις του.

Ζούμε σε μια εποχή όπου, χάρη στη δύναμη του ίντερνετ και της τεχνολογίας, τα ιδεώδη του Σουμπέτερ για τον αποδιοργανωτικό καπιταλισμό βρίσκονται πιο κοντά από ποτέ στην υλοποίησή τους. Αλλά αυτή η αποδιοργανωτική εποχή συμπίπτει με την κυριαρχία των προνομίων, κι αυτό κινδυνεύει να υπονομεύσει τη νομιμότητα πάνω στην οποία στηρίζεται το σύστημα.

Το γεγονός ότι η πλουτοκρατική έκδοση του καπιταλισμού έχει κερδίσει έδαφος δεν συνιστά αποτυχία του συστήματος, αλλά αποτυχία της πολιτικής. Τα μονοπώλια και τα προνόμια πρέπει να κλονιστούν. Ο Αμερικανός πρόεδρος Τεοντόρ Ρούσβελτ ήταν ίσως ο τελευταίος πολιτικός που το αντιλήφθηκε και έδρασε. Τα έβαλε με τους πλούσιους και τους ισχυρούς.

Οι πρώην πρωθυπουργοί της Βρετανίας Τόνι Μπλερ και Γκόρντον Μπράουν εξαπατήθηκαν από τους τραπεζίτες. Οι Πρόεδροι των ΗΠΑ δεν θέλουν να τα βάλουν με τη Wall Street ή τις μεγάλες επιχειρήσεις. Ο Βρετανός υπουργός Οικονομικών Τζορτζ Όσμπορν αντιλαμβάνεται τη σπουδαιότητα της οικονομίας των επιχειρήσεων, αλλά εθελοτυφλεί όσον αφορά τα προνόμια του κληρονομικού πλούτου. Ο επικεφαλής της βρετανικής αντιπολίτευσης των Εργατικών Εντ Μίλιμπαντ, ενδιαφέρεται περισσότερο για τον Μαρξ παρά για τον Σουμπέτερ. Αν ο βρετανικός και ο αμερικανικός καπιταλισμός θέλουν να παραμείνουν αξιόπιστοι στον 21ο αιώνα, χρειάζονται περισσότερο τον Αυστριακό, παρά τον Γερμανό.

* Πρόεδρος του Marshall Wace, hedge fund με έδρα στο Λονδίνο.

© The Financial Times Limited 2015. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v