Εύκολα προβλέπει κανείς την αντανακλαστική αντίδραση των αγορών σε περίπτωση που η Σκοτία ψηφίσει «Ναι» για την ανεξαρτησία της: υποχώρηση της στερλίνας, πτώση των βρετανικών μετοχών, υποχώρηση των σκοτσέζικων χρηματοπιστωτικών οργανισμών και σορτάρισμα στα ομόλογα της Ισπανίας λόγω των ανησυχιών για την Καταλονία.
Τα βρετανικά ομόλογα μπορεί να προσφέρουν μία όαση ασφάλειας, αλλά κι αυτό δεν είναι βέβαιο δεδομένων των ανοιχτών ερωτημάτων που παραμένουν σε αυτό το διαζύγιο για την κατανομή του χρέους.
Ειδικότερα, υπήρξε ελλιπής προσοχή στην πρόκληση που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει η Τράπεζα της Αγγλίας αν διατηρήσει την απεριόριστη παροχή ρευστότητας στις σκοτσέζικες τράπεζες κατά τη μεταβατική περίοδο, ειδικότερα εάν η αβεβαιότητα για το μέλλον των διακανονισμών ως προς το νόμισμα οδηγήσει σε φυγή κεφαλαίων. Ο κίνδυνος να υπάρξει πιστωτική κρίση στη Σκοτία είναι υπαρκτός και όχι αμελητέος.
Από την αρχή των διαπραγματεύσεων θα γίνει εμφανές ότι η περιοχή βρίσκεται αντιμέτωπη με μία ανέφικτη τριάδα στόχων: πλήρης ανεξαρτησία, χρηματοοικονομική σταθερότητα και βαθιά οικονομική ολοκλήρωση με το Ηνωμένο Βασίλειο. Η Σκοτία μπορεί να έχει δύο από αυτούς τους στόχους, αλλά όχι και τους τρεις.
Ο διακηρυγμένος στόχος του στρατοπέδου της ανεξαρτησίας είναι να καταργηθεί η πολιτική και δημοσιονομική ένωση με τη Βρετανία, αλλά να διατηρηθεί το ενιαίο νόμισμα. Η κρίση της ευρωζώνης, όμως, έχει δείξει ότι οι νομισματικές ενώσεις φέρνουν προβλήματα χρέους, όταν δεν συνοδεύονται από βαθιά ολοκλήρωση. Γίνονται ασταθείς ακόμη και με μικρά επίπεδα χρέους και ελλειμμάτων, ειδικότερα εάν δεν υπάρχει και τραπεζική ενοποίηση.
Πράγματι, στο πλαίσιο μίας νομισματικής ένωσης, η Σκοτία θα βρισκόταν στην ίδια κατάσταση που βρέθηκαν η Ισπανία και η Πορτογαλία προτού ο Μάριο Ντράγκι υποσχεθεί το γνωστό «whatever it takes» για να σωθεί το ευρώ. Θα είναι συνέταιρος μειοψηφίας σε μία κεντρική τράπεζα η οποία δεν είναι βέβαιο ότι θα αγοράσει τα ομόλογά της για να αποτρέψει ενδεχόμενη φυγή κεφαλαίων. Έτσι θα είναι ευάλωτη.
Η καμπάνια του «Ναι» θα ήθελε η Σκοτία να είναι σαν την Ισπανία ή την Πορτογαλία, αλλά με την υπόσχεση για στήριξη «whatever it takes», ώστε να αποτραπεί κάθετη πτώση στα ομόλογά της. Οι χώρες της ευρωζώνης, όμως, μπορούν να ζητήσουν στήριξη από την ΕΚΤ μόνο εάν συμφωνήσουν σε σκληρά προγράμματα προσαρμογής. Η Τράπεζα της Αγγλίας θα πρέπει να ζητήσει εξαρχής αντίστοιχες προϋποθέσεις από τη Σκοτία.
Το ερώτημα είναι εάν η Σκοτία θα μπορέσει να ανεχτεί την επιβολή αυστηρών περιορισμών στη δημοσιονομική της πολιτική από την Τράπεζα της Αγγλίας, της οποίας οι αξιωματούχοι θα ορίζονται εξ ολοκλήρου ή σε συντριπτική πλειοψηφία από το βρετανικό κοινοβούλιο.
Εναλλακτικά, η Σκοτία θα μπορούσε να υιοθετήσει τη στερλίνα μονομερώς. Σε αυτήν την περίπτωση, όμως, θα βρεθεί σε χειρότερη θέση από ό,τι βρέθηκαν η Ισπανία και η Πορτογαλία κατά τη διάρκεια της κρίσης στην ευρωζώνη. Δεν θα έχει κανέναν έλεγχο στην κεντρική τράπεζα που τυπώνει τη στερλίνα και θα βρεθεί αντιμέτωπη με ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο χρηματοπιστωτικής αστάθειας.
Ενώ, όμως, οι Σκοτσέζοι θα συνειδητοποιούν ότι ο μόνος τρόπος να συνδυαστεί η ανεξαρτησία με τη χρηματοοικονομική σταθερότητα είναι να θυσιάσει η Σκοτία ένα μέρος της υφιστάμενης οικονομικής ολοκλήρωσης με την υπόλοιπη Βρετανία και να εκδώσει το δικό της νόμισμα, οι σκοτσέζικες τράπεζες μπορεί να βρεθούν αντιμέτωπες με σημαντική μείωση των καταθέσεων και της χρηματοδότησης χονδρικής. Οι μεγάλες της τράπεζες θα ανακοινώσουν την πρόθεσή τους να μεταφέρουν την έδρα τους αμέσως στο Λονδίνο, αλλά οι μικρές ίσως να μην ακολουθήσουν.
Η Τράπεζα της Αγγλίας ενδεχομένως να προσπαθήσει να προλάβει τη μαζική φυγή καταθέσεων καθιστώντας σαφές ότι οι σκοτσέζικες τράπεζες διατηρούν πρόσβαση στη ρευστότητα της κεντρικής τράπεζας και την επομένη του δημοψηφίσματος – ακόμη κι αν επικρατήσει το «Ναι». Θα είναι δύσκολο όμως να διατηρηθεί επί μακρόν αυτή η κατάσταση. Η Τράπεζα της Αγγλίας θα κινδυνεύει να βρεθεί με τεράστιες θέσεις σε οργανισμούς που από το 2016 θα θεωρούνται ξένες τράπεζες. Μπορεί να χρειαστεί ακόμη και δημοσιονομική στήριξη για να συνεχίσει, αλλά θα συμφωνήσουν άραγε με αυτό οι Βρετανοί φορολογούμενοι;
Επιπλέον, ακόμη κι αν υπάρξει στήριξη ρευστότητας για τις σκοτσέζικες τράπεζες, οι καταθέσεις μπορεί και πάλι να βρεθούν εκτός συνόρων εάν οι αποταμιευτές αποφασίσουν ότι προτιμούν να έχουν πρόσβαση στο βρετανικό σύστημα εγγύησης καταθέσεων ή θελήσουν να καλυφθούν από οποιονδήποτε νομισματικό κίνδυνο. Σε περίπτωση που η Τράπεζα της Αγγλίας προσφέρει χρηματοδότηση, τότε θα δημιουργήσει έκθεση στη Σκοτία ανάλογη με την έκθεση της ΕΚΤ στην Ελλάδα και σε άλλες οικονομίες της περιφέρειας.
Η Σκοτία μπορεί να θελήσει να διαπραγματευτεί μία τραπεζική ένωση μεταξύ της ίδιας και του Ηνωμένου Βασιλείου ή και επαρκείς δημοσιονομικές εγγυήσεις που θα έδιναν στην Τράπεζα της Αγγλίας τη δυνατότητα να προσφέρει απεριόριστη ρευστότητα. Δύσκολα, όμως, μπορεί να επιτευχθεί συμφωνία σε ένα τέτοιο σχέδιο. Υπάρχει ο κίνδυνος η Τράπεζα της Αγγλίας να αναγκαστεί μελλοντικά να μειώσει την έκθεσή της στο σκοτσέζικο χρηματοπιστωτικό σύστημα, αναγκάζοντας τις τράπεζες να βρουν εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης.
Οι τράπεζες που θα έχουν μεταφέρει την έδρα τους στο Λονδίνο ίσως μπορέσουν να βρουν τέτοια χρηματοδότηση, αλλά θα εξακολουθούν να υπάρχουν πολλά ανοιχτά θέματα, όπως για παράδειγμα πόσο ανεκτική θα είναι μαζί τους η Τράπεζα της Αγγλίας με τη μεγάλη χρηματοδότηση «offshore» σκοτσέζικων επιχειρήσεων. Εάν δεν βρεθεί πλήρως άλλη πηγή χρηματοδότησης, το αποτέλεσμα πιθανότατα θα είναι πιστωτική κρίση για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις της Σκοτίας.
*Ο Krishna Guha είναι αντιπρόεδρος του ISI και πρώην μέλος της διοικητικής επιτροπής της Fed Νέας Υόρκης.
© The Financial Times Limited 2014. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation