H Ελλάδα ετοιμάζεται να επιστρέψει φέτος σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης μετά τη μακρύτερη και βαθύτερη ύφεση από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ωστόσο, περισσότερες μεταρρυθμίσεις πρέπει να εφαρμοστούν για να επιτευχθεί ο στόχος της βιώσιμης ανάκαμψης.
Για πρώτη φορά από τότε που το κοινό πρόγραμμα διάσωσης της Ε.Ε. και του ΔΝΤ εκτροχιάστηκε το 2011 -λιγότερο από έναν χρόνο αφότου ξεκίνησε-, το Ταμείο εκφράζει συγκρατημένη αισιοδοξία για τις προοπτικές της Ελλάδας, επισημαίνοντας την «εκπληκτική δημοσιονομική προσαρμογή» και την επιτυχημένη επιστροφή στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου. Το διψήφιο δημοσιονομικό έλλειμμα μεταμορφώθηκε σε πρωτογενές πλεόνασμα (εξαιρουμένων των τοκοχρεολυσίων για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους) σε μόλις τέσσερα χρόνια, χάρη στις δρακόντειες περικοπές δαπανών και στη χωρίς προηγούμενο κινητοποίηση για την αύξηση των φορολογικών εσόδων.
Οι αξιωματούχοι του υπουργείου Οικονομικών κομπάζουν πως η Ελλάδα έχει πλέον το υψηλότερο κυκλικά προσαρμοσμένο ισοζύγιο, δηλαδή μετά τον υπολογισμό των επιπτώσεων του επιχειρηματικού κύκλου στα έσοδα.
Η οικονομία προβλέπεται να αναπτυχθεί με 0,4%-0,6% το 2014, μετά από έξι διαδοχικές χρονιές συρρίκνωσης, αλλά ορισμένοι αναλυτές είναι αισιόδοξοι πως με μια χρονιά-ρεκόρ στον τουρισμό η ανάπτυξη μπορεί να κινηθεί ακόμα υψηλότερα, ενδεχομένως στο 0,9% - 1%.
Υπάρχουν σημάδια πως ανακάμπτει σταδιακά η καταναλωτική εμπιστοσύνη. Η ιδιωτική κατανάλωση αυξήθηκε 0,7% το πρώτο τρίμηνο, η πρώτη τριμηνιαία αύξηση εδώ και περισσότερο από τέσσερα χρόνια. Οι λιανικές πωλήσεις αυξήθηκαν 7,3% τον Απρίλιο, η μεγαλύτερη άνοδος την τελευταία διετία, με τους Έλληνες να βγαίνουν το Πάσχα για να ξοδέψουν στα σούπερ μάρκετ και στα καταστήματα ρούχων.
Ο δείκτης επιχειρηματικής εμπιστοσύνης αυξήθηκε σε υψηλό έξι ετών τον Ιούνιο, ενώ οι τράπεζες καταγράφουν αυξημένη ζήτηση για δάνεια από εταιρείες σε τομείς όπως η ενέργεια και οι υποδομές.
Το εποχικά προσαρμοσμένο ποσοστό ανεργίας βρίσκεται ακόμα ψηλά στο 26,8%, αλλά έχει υποχωρήσει από το επίπεδο ρεκόρ του 27,8% τον Σεπτέμβριο.
Ωστόσο, δεν είναι ακόμα ξεκάθαρο αν η Ελλάδα μπορεί να επιτύχει βιώσιμους ρυθμούς ανάπτυξης στο 3%, το σημείο που απαιτείται για να αυξηθεί το πρωτογενές πλεόνασμα στο 4,5% το 2016 -ο στόχος που έχουν θέσει οι διεθνείς πιστωτές- και για να μειωθεί το δυσθεώρητο δημόσιο χρέος της.
Ο Γιώργος Παγουλάτος, καθηγητής πολιτικής οικονομίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, υποστηρίζει: «Η ανάπτυξη είναι το βασικό ζητούμενο. Είναι εξαιρετικά κρίσιμο αν ο ρυθμός θα είναι αρκετά πάνω από το επίπεδο της στασιμότητας, αν θα είναι βιώσιμος, αν οι εταιρείες θα πραγματοποιήσουν την εξαγωγική στροφή που απαιτείται».
Η Ελλάδα έχει ανακτήσει το μεγαλύτερο μέρος από την πτώση 30% στην ανταγωνιστικότητα που υπέστη κατά τη διάρκεια της πρώτης δεκαετίας του ευρώ, μετά τη μεγάλη πτώση στους μισθούς και τις μεταρρυθμίσεις για την απελευθέρωση της αγοράς εργασίας. Οι ατομικές συμβάσεις και η μερική απασχόληση, που στο παρελθόν αποκλείονταν αποτελεσματικά από τα συνδικάτα, έχουν γίνει ο κανόνας για όσους μπαίνουν στην αγορά εργασίας. Οι εισφορές των εργοδοτών στο ΙΚΑ έχουν κοπεί, ενώ έχουν γίνει οριζόντιες περικοπές στις συντάξεις.
«Η οικονομία που αναδύεται από την ύφεση είναι πολύ διαφορετική και πολύ πιο υγιής» αναφέρει ο Μιχάλης Μασουράκης, επικεφαλής οικονομολόγος της Alpha Bank. «Ένας ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης 3% θα είναι βιώσιμος, καθώς ξεκινάμε από χαμηλά».
To ΔΝΤ προειδοποιεί, ωστόσο, πως «περαιτέρω διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι κλειδί ώστε τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης που ελπίζουμε να δούμε φέτος να μετατραπούν φέτος σε ισχυρή, βιώσιμη ανάπτυξη μεσοπρόθεσμα».
Η ελληνική κυβέρνηση έχει υιοθετήσει τις περισσότερες από τις 550 μεταρρυθμίσεις της εργαλειοθήκης του ΟΟΣΑ για τη μείωση των εμποδίων στον ανταγωνισμό, αλλά κάποια μέτρα έχουν καθυστερήσει ή έχουν μετριαστεί μετά από πιέσεις πανίσχυρων ομάδων συμφερόντων.
Το σωματείο των 12.000 φαρμακοποιών για παράδειγμα κατάφερε με επιτυχία να αντισταθεί στην κατάργηση του εγγυημένου ποσοστού κέρδους στα φάρμακα, αν και μειώθηκε από το 35% στο 15%.
Οι αντιρρήσεις των ομάδων συμφερόντων, των δικαστικών και σε ορισμένες περιπτώσεις των ρυθμιστικών αρχών της Ε.Ε. για τον ανταγωνισμό είναι υπεύθυνες για τον αργό ρυθμό των ιδιωτικοποιήσεων.
Ο στόχος για την άντληση 50 δισ. ευρώ ως το 2025 από πωλήσεις κρατικά ελεγχόμενων εταιρειών, ιδιοκτησιών και εκτάσεων γης, μειώθηκε στα 25 δισ. ευρώ, καθώς έγινε αντιληπτό το μέγεθος των νομικών και των διοικητικών εμποδίων. Το ΤΑΙΠΕΔ έχει ήδη μειώσει τον στόχο για τα έσοδα του 2014 στο 1,5 δισ. ευρώ από 3,5 δισ. ευρώ.
Ο στόχος θα πρέπει να μειωθεί ξανά, μετά την πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά της πώλησης του μεριδίου του κράτους στην ΕΥΔΑΠ. Το Συμβούλιο έκρινε αναπάντεχα ότι οι εταιρείες ύδρευσης πρέπει να παραμείνουν υπό τον έλεγχο του κράτους με το σκεπτικό πως ένας ιδιωτικός διαχειριστής που θα έχει στόχο το κέρδος δεν μπορεί να εγγυηθεί την παροχή οικονομικών και υψηλής ποιότητας υπηρεσιών για το δημόσιο καλό.
Η απόφαση αντιμετωπίστηκε ως ένα πλήγμα στην προσπάθεια προσέλκυσης μεγάλων ευρωπαϊκών οντοτήτων στο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων.
Η Μιράντα Ξαφά, CEO της EF Consulting στην Αθήνα και πρώην εκπρόσωπος της Ελλάδας στο ΔΝΤ λέει: «Οι άνθρωποι δεν έχουν αποκτήσει ακόμα την εμπιστοσύνη για να επενδύσουν εδώ. Οι βασικές εισροές προέρχονται από hedge funds και μπορούν να αντιστραφούν πολύ γρήγορα. Προς το παρόν, κανείς δεν κατασκευάζει εργοστάσια ούτε λαμβάνει μακροπρόθεσμες αποφάσεις».
* Tο αφιέρωμα των Financial Times περιλαμβάνει τα εξής άρθρα:
- Τα δύο «ατού» της Αθήνας στις αγορές
- Η Ελλάδα δεν έχει νικήσει τον κακό της εαυτό
- Δύο μεγάλες προκλήσεις για τις ελληνικές τράπεζες
- Ελλάδα: Σημάδια ανάκαμψης μετά από πολύ πόνο
© The Financial Times Limited 2014. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation