Γιατί η ΕΚΤ αψηφά τον αποπληθωρισμό;

Η ευρωζώνη απέχει μόλις ένα αρνητικό σοκ από τον αποπληθωρισμό. Η ΕΚΤ μοιάζει να έχει αποτύχει στη δουλειά της. Ή να επιβεβαιώνει όσους θεωρούν ότι η δουλειά της είναι η σταθεροποίηση όχι στην ευρωζώνη, αλλά στη γερμανική οικονομία.

  • του Martin Wolf
Γιατί η ΕΚΤ αψηφά τον αποπληθωρισμό;

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποτυγχάνει στον ίδιο της τον στόχο για σταθερότητα τιμών. Το πρόβλημα είναι ότι το διοικητικό συμβούλιο της κεντρικής τράπεζας ίσως δεν μπορεί να συμφωνήσει πάνω σε αποτελεσματικά μέτρα, κυρίως λόγω των διαφορών στις εθνικές γραμμές. Κι αυτό μπορεί να αποδειχθεί πολύ επικίνδυνο.

Η ανακοίνωση του προγράμματος Outright Monetary Transactions της ΕΚΤ το καλοκαίρι του 2012 - και η προηγούμενη δήλωση του κεντρικού τραπεζίτη Mario Draghi,  ότι θα κάνει «ότι χρειαστεί» για να υπερασπιστεί το ενιαίο νόμισμα- αποκατέστησε την εμπιστοσύνη. Η ΕΚΤ κέρδισε την μάχη χωρίς να χρειαστεί να ρίξει τουφεκιά. Μετά την ανακοίνωση, τα yields στα ιταλικά και ισπανικά κρατικά ομόλογα διολίσθησαν σε πιο ανεκτά επίπεδα.

Όμως η ΕΚΤ είχε πολύ μικρότερη επιτυχία στην εξασφάλιση της σταθερότητας τιμών. Είναι αλήθεια ότι ο στόχος δεν είναι ούτε ξεκάθαρος, ούτε τόσο συμμετρικός όπως εκείνοι που υιοθετούν άλλες κεντρικές τράπεζες. Ο στόχος της είναι να πετυχαίνει πληθωρισμό «κάτω αλλά κοντά στο 2% μεσοπρόθεσμα».

Όμως στο 12μηνο ως τον Φεβρουάριο του 2014, ο πληθωρισμός ήταν 0,8%. Καθόλου κοντά στο 2%. Και αυτό είναι πολύ επικίνδυνο, όπως ισχυρίζονται επίμονα σε blog ανώτατα μέλη του ευρωπαϊκού τμήματος του ΔΝΤ.

Πρώτον, αυτός ο χαμηλός πληθωρισμός, όπως είναι λογικό, συμπίπτει μα αδύναμη ζήτηση. Στο δ΄ τρίμηνο του περασμένου έτους, η πραγματική ζήτηση στην ευρωζώνη ήταν 5% χαμηλότερα από τα επίπεδα στο α΄ τρίμηνο 2008. Στην Ισπανία η πραγματική ζήτηση έχει πέσει 16%, στην Ιταλία 12% και ακόμη και στην Γερμανία έμεινε στάσιμη στο β΄ τρίμηνο 2011: Μια «λοκομοτίβα» δεν συμπεριφέρεται έτσι. Η αποτυχία αντιμετώπισης του φαινομένου δυσκολεύει περαιτέρω τις οικονομίες σε κρίση, μειώνοντας τις επενδύσεις και αυξάνοντας την μακροχρόνια ανεργία. Και αυτό θα αφήσει βαθιά πληγή στην ευρωζώνη.

Δεύτερον, είναι σημαντικός ο κίνδυνος να πέσει η ευρωζώνη σε αποπληθωρισμό. Ο κ. Draghi περιγράφει τον αποπληθωρισμό ως μια κατάσταση όπου εμφανίζονται πτώσεις στις τιμές σε έναν μεγάλο αριθμό κρατών, σε μεγάλο αριθμό προϊόντων και επικρατεί φαύλος κύκλος. Με βάση αυτόν τον ορισμό, δεν υπάρχει αποπληθωρισμός: Μόνο σε τρεις χώρες είναι αρνητικός ο πληθωρισμός και μόνο στο 1/5 του καλαθιού του δείκτη τιμών καταναλωτή έχουν πέσει οι τιμές. Οι προοπτικές για τον μακροπρόθεσμο πληθωρισμό είναι επίσης σταθερές και κοντά στο 2%, έστω κι αν οι βραχυπρόθεσμες προοπτικές είναι χαμηλότερες.

Οι αρθρογράφοι του ΔΝΤ ισχυρίζονται: «Δεν θα πρέπει να επαναπαυόμαστε στο γεγονός ότι οι μακροπρόθεσμες πληθωριστικές προσδοκίες είναι θετικές». Τα στοιχεία δείχνουν ότι, μακροπρόθεσμα, οι τιμές στην ευρωζώνη θα ανεβαίνουν 2% ετησίως. Όπως τονίζουν όμως οι οικονομολόγοι, οι πληθωριστικές προσδοκίες ήταν εξίσου καθησυχαστικά θετικές, πριν τα τρία κύματα αποπληθωρισμού που χτύπησαν την Ιαπωνία. ‘Ηταν οι βραχυπρόθεσμες προσδοκίες που έγιναν πιο απαισιόδοξες, προκαλώντας πτώσεις στις τιμές και αποπληθωρισμό.

Για να το πούμε με απλά λόγια, η ευρωζώνη απέχει μόλις ένα αρνητικό σοκ από τον αποπληθωρισμό. Τα «μαξιλάρια» είναι πάρα πολύ μικρά. Όταν χρειάζονται αρνητικά βραχυπρόθεσμα πραγματικά επιτόκια για να αποτραπεί ο αποπληθωρισμός, η κατάσταση είναι επικίνδυνη.

Τρίτον, ο υπερβολικά χαμηλός πληθωρισμός είναι από μόνος του δαπανηρός. Ιδιαίτερα για χώρες που πρέπει να αποκαταστήσουν την ανταγωνιστικότητα. Αν ο πληθωρισμός σε χώρες του πυρήνα είναι χαμηλός, τότε στις χώρες σε κρίση πρέπει να είναι μηδενικός ή αρνητικός. Ο Angel Ubide του Peterson Institute for International Economicsτονίζει ότι ο μέσος πληθωρισμός στις πλεονασματικές χώρες είναι μόνο 1,5% έναντι 0,6% στις οικονομίες σεπροσαρμογή. Αν και οι πτωτικές τιμές μπορούν να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα, παράλληλα αυξάνουν το πραγματικό βάρος του ιδιωτικού και δημοσίου χρέους.

Κι αυτό μπορεί να δημιουργήσει νέο κύμα οικονομικών πιέσεων.

Αν ο πληθωρισμός διαμορφωνόταν στο 2%, με τις πλεονασματικές χώρες, ας πούμε, στο 3% και τις χώρες σε λιτότητα στο 1%, η ευρωζώνη θα ήταν σε πολύ καλύτερη κατάσταση: Τα πραγματικά επιτόκια θα ήταν χαμηλότερα, η οικονομία θα ήταν πιο δυνατή και η εσωτερική προσαρμογή ταχύτερη. Αν ο μέσος πληθωρισμός έφτανε στο 3% (το επίπεδο που πέτυχε η Bundesbank στην Γερμανία την περίοδο 1980 με 1995), θα ήταν πολύ καλύτερα.

Η ΕΚΤ έχει αφήσει την ευρωζώνη να πέσει σε βαθιά και παρατεταμένη διολίσθηση. Δεν καταφέρνει να πιάσει τον στόχο του πληθωρισμού και η οικονομία έχει καταντήσει να κινδυνεύει με αποπληθωρισμό. Η τράπεζα έχει επίσης αφήσει την προσφορά χρήματος και πιστώσεων να μείνει στάσιμη. Η Bundesbank έθετε το επίκεντρο σε αυτές τις παραμέτρους, γιατί εν ευθέτω χρόνω μπορούν να ανεβάσουν την δραστηριότητα, τους μισθούς και τις τιμές. Αλλά ηΕΚΤ μοιάζει να τις αγνοεί. Δεν πετυχαίνει να κάνει την δουλειά της.

Οπότε, τι μπορεί να γίνει; Ο στόχος πρέπει να είναι να αυξηθεί η ζήτηση και ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη συνολικά, ειδικά στις πλεονασματικές χώρες. Πρέπει επίσης να μπει στόχος βελτίωσης των αγορών πίστεως.

Για να το πετύχει αυτό, η ΕΚΤ θα πρέπει να ανακοινώσει έναν συμμετρικό στόχο πληθωρισμού στο 2%, υποδεικνύοντας ότι επέκεινα θα θεωρεί τον πολύ χαμηλό πληθωρισμό ως πρόβλημα εξίσου σοβαρό με τις ταχείες αυξήσεις στις τιμές. Θα πρέπει να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, αγοράζοντας τα ομόλογα των κυβερνήσεων των μελών, αναλογικά με τις μετοχές τους στην κεντρική τράπεζα. Τέλος θα πρέπει να ανακοινώσει μια πιο μακροπρόθεσμη επιχείρηση αναχρηματοδότησης, για να ξεκλειδώσει την ροή πιστώσεων προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Άλλες πιθανότητες, όπως αρνητικά επιτόκια καταθέσεων, αξίζει επίσης να μελετηθούν.

Προκύπτουν βεβαίως δυσκολίες. Τέτοια μέτρα δύσκολα θα αυξήσουν αρκετά την ζήτηση στις πλεονασματικές χώρες: Το επιτόκιο στα γερμανικά Bunds είναι ήδη πολύ χαμηλό. Τα πλεονεκτήματα θα φανούν κυρίως στην περιφέρεια κι αυτό θα εδραιώσει την άποψη ότι γίνεται διάσωση «από την πίσω πόρτα» των άσωτων οικονομιών που πλήττονται με ύφεση. Οι αγορές ομολόγων προβληματικών οικονομιών σε μεγάλη κλίμακα, θα ήταν νόμιμες, αλλά πιθανότατα θα προκαλέσουν υστερία στην πλεονασματική Ευρώπη. Η ΕΚΤ θα υφίστατο πιθανότατα νέο βαθύ ρήγμα, αν προσπαθούσε κάτι τέτοιο. Κι αυτό θα διακύβευε την πολιτική της νομιμότητα. Υπάρχει ο φόβος η ΕΚΤ να υποχρεωθεί να προσποιείται ότι ο χαμηλός πληθωρισμός δεν συνιστά απειλή, επειδή δεν μπορεί να συμφωνήσει για το τι θα κάνει για αυτό.

Η κρίση στην ευρωζώνη δεν έχει λήξει. Παρά την εμφάνιση μιας κάποιας σταθερότητας, η κατάσταση παραμένει πολύ εύθραυστη. Η ΕΚΤ ίσως μάλιστα δεν μπορεί να κάνει και πολλά γι’ αυτό. Όχι μόνο επειδή τα μέτρα που θα χρειαστεί να πάρει είναι αμφιλεγόμενα. Αλλά εν μέρει και λόγω της άποψης που έχουν ορισμένοι, ότι η δουλειά της είναι να σταθεροποιεί όχι την ευρωζώνη, αλλά την γερμανική οικονομία.

Αυτό όμως δεν είναι ευρωπαϊκή νομισματική ένωση. Είναι κάτι πολύ διαφορετικό.

© The Financial Times Limited 2014. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v