Τα λόγια έχουν σημασία. Για τις κεντρικές τράπεζες όμως, τίποτα δεν θα μπορούσε να μιλήσει πιο δυνατά από την εκτύπωση χρήματος. Κι ενώ ο πρόεδρος Μάριο Ντράγκι κλιμακώνει τη ρητορική του για την προθυμία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να δράσει, ο ισολογισμός της δίνει ένα διαφορετικό μήνυμα.
Με τις τράπεζες να αποπληρώνουν τα φτηνά τριετή δάνεια, το απόθεμα τραπεζογραμματίων ευρώ και τα αποθεματικά της ΕΚΤ ενδέχεται για πρώτη φορά να επισκιαστούν από το σωρό των δολαρίων της Fed.
Ανάλογα με το τι έχει συμβεί στην ανάπτυξη τους τελευταίους μήνες, ο ισολογισμός της ΕΚΤ θα μπορούσε πλέον να αντιστοιχεί σε χαμηλότερο ποσοστό του ΑΕΠ από ότι το αντίστοιχο μέγεθος της Fed.
Για την ΕΚΤ, η χρονική συγκυρία δεν είναι καλή. Ο πληθωρισμός είναι ήδη σε επίπεδα χαμηλότερα από το 50% του στόχου (που έχει τεθεί λίγο κάτω από το 2%) καθώς υποχώρησε στο 0,7% τον προηγούμενο μήνα. Η υποχώρηση του Ιανουαρίου πυροδότησε νέους φόβους για ένα πλήγμα αποπληθωρισμού ανάλογα με εκείνο της Ιαπωνίας και κλιμάκωσε τις πιέσεις προς την ΕΚΤ να προχωρήσει σε μαζική εκτύπωση χρήματος με αγορές τίτλων - πολιτική που είναι γνωστή και ως ποσοτική χαλάρωση - ενόψει της συνεδρίασης της Πέμπτης. Το τρέχον επιτόκιο της χρηματαγοράς επίσης ενισχύεται, διευρύνοντας το ήδη σημαντικό χάσμα στο κόστος δανεισμού επιχειρήσεων και νοικοκυριών ανάμεσα στον πυρήνα και την περιφέρεια της ευρωζώνης.
Δεν είναι όμως, όλα τα νέα αρνητικά. Η ευρωζώνη επιβίωσε και στο παρελθόν του αποπληθωρισμού. Κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2009, επί πέντε μήνες οι τιμές υποχωρούσαν. Επίσης, οι έρευνες επιχειρηματικού και καταναλωτικού κλίματος υποδεικνύουν ότι η ανάκαμψη της ευρωζώνης βρίσκεται σε τροχιά.
Οι οικονομικοί αναλυτές όμως, πιστεύουν πως μία παρατεταμένη περίοδος μείωσης των τιμών ενέχει τώρα μία μεγαλύτερη απειλή. «Οι κίνδυνοι του αποπληθωρισμού είναι μεγαλύτεροι αυτή τη φορά», δηλώνει ο Τζόναθαν Λόινς, της Capital Economics και συμπληρώνει: «Η σύνθεση του φθινοπώρου είναι ήδη πολύ διαφορετική από εκείνη του 2009. Τότε καθοδηγήθηκε κυρίως από την υποχώρηση στις τιμές ενέργειας. Αυτή τη φορά, αν και υπάρχει κάποια πτωτική επιρροή στις τιμές ενέργειας, οι τρέχουσες δυνάμεις αποπληθωρισμού είναι πολύ ευρύτερες».
Η απειλή του αποπληθωρισμού, εάν υλοποιηθεί, θα εντείνει τις πιέσεις στην περιφέρεια της ευρωζώνης, αυξάνοντας το βάρος του πραγματικού χρέους, ενώ παράλληλα θα στραγγαλίσει τις επενδύσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Παρά τις πιέσεις για ποσοτική χαλάρωση όμως, ο κ. Ντράγκι επέμεινε αρκετές φορές τις τελευταίες εβδομάδες, ότι δεν θα υπάρξει ακόμη άμεση αγορά κρατικών ομολόγων.
Οι αναλυτές είναι διχασμένοι ως προς το εάν θα κάνει κάτι η ΕΚΤ στη συνεδρίαση της Πέμπτης. «Ο αντίκτυπος του πληθωρισμού στις μεσοπρόθεσμες προοπτικές είναι ακόμη περιορισμένος και ο παράγοντας της Καρλσρούης θα πρέπει να γείρει την πλάστιγγα προς εκείνους που δεν θέλουν να γίνει κάποια κίνηση αυτή την εβδομάδα» αναφέρει ο Κάρστεν Μπρζέσκι, της ING, αναφερόμενος στην αναμενόμενη απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας ως προς το πρόγραμμα ΟΜΤ της ΕΚΤ με τις αγορές κρατικών ομολόγων. «Δέχομαι όμως, ότι η ισορροπία θα είναι λεπτή» καταλήγει.
Η τελευταία έκπληξη από τον πληθωρισμό και η αύξηση των επιτοκίων στην χρηματαγορά θα μπορούσαν να οδηγήσουν τα 24 μέλη του διοικητικού συμβουλίου να λάβουν ένα από τα παρακάτω 3 βήματα:
1. Το πρώτο είναι και το λιγότερο αμφισβητήσιμο. Η ΕΚΤ σταματά να απορροφά τη ρευστότητα που δημιούργησε με τις προηγούμενες αγορές κρατικών ομολόγων. Διακόπτοντας αυτό που στην κεντρική τράπεζα αποκαλούν «αποστείρωση» θα μπορούσε να δημιουργηθεί ρευστότητα που να υπερβαίνει τα 175 δισ. ευρώ στο χρηματοοικονομικό σύστημα της ευρωζώνης και πιθανότατα θα αντιμετωπιζόταν η αύξηση των επιτοκίων. Αυτή η επιλογή είναι πιθανότερο να αποσπάσει και την στήριξη της γερμανικής Bundesbank. Η διακοπή της αποστείρωσης όμως, δεν θα συμβάλλει σημαντικά στην ενίσχυση των τιμών. «Αυτό το μέτρο ενδεχομένως να μειώσει τις διακυμάνσεις στη χρηματαγορά, αλλά θα βοηθήσει ελάχιστα στην αντιμετώπιση των αποπληθωριστικών κινδύνων, που ενδεχομένως είναι το πιο πιεστικό πρόβλημα από την οπτική της ΕΚΤ» δήλωσε ο Μίκαελ Σούμπερτ, της Commerzbank.
2. Ένα πιο ουσιώδες, αλλά λιγότερο πιθανό μέτρο θα ήταν η μείωση του βασικού επιτοκίου αναχρηματοδότησης από το ήδη ιστορικό χαμηλό του 0,25% κατά 10 ή 15 μονάδες βάσης.
3. Μία δυσκολότερη επιλογή θα ήταν να μειωθεί το καταθετικό επιτόκιο για τα κεφάλαια που οι τράπεζες «παρκάρουν» στην ΕΚΤ σε επίπεδο κάτω του μηδενός.
Τα δύο τελευταία βήματα θα προκαλούσαν την αντίδραση ορισμένων μελών του διοικητικού συμβουλίου που επιμένουν ότι δεν έχουν αλλάξει πολλά στις οικονομικές προοπτικές από το Δεκέμβριο, όταν η ΕΚΤ δημοσίευσε τις τελευταίες της προβλέψεις για πληθωρισμό και ανάπτυξη. Για να αποφύγει τον καταστροφικό διχασμό, το συμβούλιο θα μπορούσε να περιμένει μέχρι τη δημοσίευση των επόμενων προβλέψεων της ΕΚΤ, το Μάρτιο.
Όμως, ακόμη κι αν η ΕΚΤ μειώσει τα επιτόκιά της, οι περισσότεροι πιστεύουν πως μόνο η υποχώρηση στο κόστος δανεισμού δεν θα καταφέρει πολλά σε μία συναλλαγματική ένωση που πλήττεται ακόμη από χρηματοοικονομικό κατακερματισμό. Θα είχε όμως, σημασία εάν λειτουργούσε ως προάγγελος ακόμη πιο επιθετικών κινήσεων.
Ο Κρίστελ Αράντα – Χάσελ, αναλυτής της Credit Suisse αναφέρει: «Το βασικό μήνυμα της αναμενόμενης μείωσης επιτοκίων θα είναι το γεγονός ότι η ΕΚΤ έφτασε στο κατώτατο όριό της. Το επόμενο βήμα θα είναι κατά συνέπεια η επέκταση του ισολογισμού. Και το όριο για να συμβεί αυτό, έχει υποχωρήσει».
© The Financial Times Limited 2014. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation