Η δημοσιονομική χαλάρωση "ακριβαίνει" το χρήμα

Ο Μ. Feldstein, καθηγητής οικονομικών του Harvard, λέει όχι σε υψηλότερα ελλείμματα στην ευρωζώνη και απαριθμεί τους κινδύνους από την εγκατάλειψη της λιτότητας. Οι κίνδυνοι για τα επιτόκια και η συνταγή για "ασφαλή" αύξηση του ΑΕΠ.

  • του Martin Feldstein *
Η δημοσιονομική χαλάρωση ακριβαίνει το χρήμα

Η περιφέρεια της ευρωζώνης οδεύει σε ένα ριψοκίνδυνο δρόμο προς τον τερματισμό της δημοσιονομικής λιτότητας και στην αποδοχή μεγαλύτερων ελλειμμάτων στους προϋπολογισμούς. Η Πορτογαλία αντικατοπτρίζει την πιο δραματική στροφή προς αυτήν την κατεύθυνση. Η Ιταλία, η Ισπανία, ακόμη και η Γαλλία εγκαταλείπουν τα σχέδια για μείωση των δαπανών και αύξηση των φόρων.

Αυτή η απομάκρυνση από την πειθαρχία στους προϋπολογισμούς δείχνει έναν συνδυασμό λαϊκών πολιτικών πιέσεων, ευνοϊκότερων συνθηκών στις αγορές ομολόγων και ενθάρρυνση από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Ο τερματισμός της δημοσιονομικής λιτότητας, όμως, δεν είναι στρατηγική για την επίτευξη ανάπτυξης. Θα μειώσει τις πτωτικές πιέσεις στις συνολικές δαπάνες, αλλά δεν θα δώσει ώθηση στην ανάπτυξη και στην απασχόληση. Αντιθέτως, θα οδηγήσει σε αύξηση των επιτοκίων και θα δημιουργήσει απειλή νέας δημοσιονομικής κρίσης.

Η Ευρώπη χρειάζεται τρία πράγματα: διαρθρωτικές αλλαγές για να στηριχθεί η μακροπρόθεσμη δυναμική του ΑΕΠ, βραχυπρόθεσμα κίνητρα για την αύξηση της απασχόλησης και δέσμευση για μακροπρόθεσμες μειώσεις των δαπανών ώστε να συρρικνωθεί το εθνικό χρέος.

Οι πολιτικές πιέσεις για τερματισμό της λιτότητας είναι ευρείες. Οι Ιταλοί ψηφοφόροι απαιτούν να αντιμετωπιστεί η υψηλή φορολογία και τα μειωμένα ασφαλιστικά επιδόματα που επέβαλε η κυβέρνηση Μόντι. Στη Γαλλία, ο πρόεδρος Ολάντ κέρδισε τις εκλογές υποσχόμενος να τερματίσει τη ρευστότητα και προσφάτως απέρριψε το αίτημα της Κομισιόν για συγκεκριμένες περικοπές στον προϋπολογισμό. Η Ισπανία και η Πορτογαλία αντέδρασαν στις διαδηλώσεις διαπραγματευόμενες με τις Βρυξέλλες αναβολή στους στόχους του προγράμματος.

Τα υψηλά επιτόκια στα κρατικά ομόλογα - που ασκούν πιέσεις στις κυβερνήσεις να μειώσουν τα δημοσιονομικά τους ελλείμματα - μειώθηκαν σημαντικά από τον περασμένο Αύγουστο, όταν ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι, ανακοίνωσε το πρόγραμμα ΟΜΤ για τις απεριόριστες αγορές κρατικών ομολόγων. Οι πιέσεις των αγορών μειώθηκαν περαιτέρω όταν αξιωματούχοι του ΔΝΤ ενεθάρρυναν τη στροφή από τη σύσφιγξη των προϋπολογισμών.

Το ΔΝΤ αντέδρασε αναβαθμίζοντας τις εκτιμήσεις για το δημοσιονομικό έλλειμμα της Γαλλίας, αλλά και των χωρών της περιφέρειας. Η αύξηση των ελλειμμάτων στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών και η εκτίμηση για μεγαλύτερα ελλείμματα στο μέλλον προκάλεσαν άνοδο στα μακροπρόθεσμα επιτόκια σε όλες αυτές τις χώρες. Καθώς οι επενδυτές βλέπουν τα δημοσιονομικά ελλείμματα να ανεβαίνουν τον επόμενο χρόνο, τα επιτόκια πιθανότατα θα ενισχυθούν περαιτέρω.

Ο σχετικά ήπιος ρυθμός της πρόσφατης αύξησης στα κρατικά επιτόκια δείχνει ότι οι αγορές έχουν ξεχάσει την υποθετική φύση της υπόσχεσης Ντράγκι. Η προθυμία της ΕΚΤ να περιορίσει τα επιτόκια στα κρατικά ομόλογα των χωρών της περιφέρειας εξαρτάται από την έγκριση του δημοσιονομικού προγράμματος κάθε χώρας. Με τις χώρες να απομακρύνονται από τους υγιείς προϋπολογισμούς, η ΕΚΤ δεν είναι πλέον δεσμευμένη να δράσει και δεν θα ήταν συνετό να το κάνει.

Η αύξηση των επιτοκίων μπορεί να επαναφέρει τη δημοσιονομική κρίση με φαύλο κύκλο αύξησης στο εθνικό χρέος και ενίσχυση στο κόστος δανεισμού. Έτσι ορισμένες χώρες μπορεί ξανά να κινδυνεύσουν με αποκλεισμό από τις αγορές και έξοδο από το ευρώ. Εάν η ΕΚΤ προσπαθήσει να τα αποτρέψει όλα αυτά αγνοώντας την έλλειψη δημοσιονομικής πειθαρχίας, τότε το αποτέλεσμα θα είναι κλιμακούμενος πληθωρισμός.

Για να αποτραπούν αυτά, οι κυβερνήσεις πρέπει να συνδυάσουν μακροπρόθεσμη μείωση των ελλειμμάτων με βραχυπρόθεσμα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης της οικονομίας. Η επιβράδυνση στην αύξηση των συντάξεων και άλλες μέθοδοι μεταφοράς κεφαλαίων θα μειώσουν το μελλοντικό χρέος και θα αποτρέψουν τη βραχυπρόθεσμη αύξηση των επιτοκίων. Για να γίνουν οι κινήσεις αυτές πολιτικά αποδεκτές, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να τις συνδυάσουν με προγράμματα άμεσων επενδύσεων σε υποδομές και εκπαίδευσης εργαζομένων. Έτσι, όχι μόνο θα ενισχυθεί το τρέχον ΑΕΠ, αλλά θα ενισχυθεί και η μακροπρόθεσμη παραγωγικότητα και τα πραγματικά εισοδήματα.

Η μείωση της αξίας του ευρώ μπορεί επίσης να δώσει περαιτέρω ώθηση καθιστώντας εφικτή την ενίσχυση της απασχόλησης ενώ παράλληλα μειώνονται τα βραχυπρόθεσμα ελλείμματα. Αν και το χαμηλότερο ευρώ δεν θα αλλάξει τις συναλλαγματικές ισορροπίες εντός της ευρωζώνης, οι χώρες εκτός αυτής αντιστοιχούν περίπου στο 50% στο εμπόριο των χωρών της περιφέρειας.

Πολιτική που επιτρέπει αύξηση των ελλειμμάτων είναι επικίνδυνα εσφαλμένη. Η Ιταλία, η Γαλλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία θα πρέπει αντιθέτως να επικεντρωθούν σε μακροπρόθεσμη μείωση του χρέους με βραχυπρόθεσμα δημοσιονομικά κίνητρα. Παράλληλα με την επιβράδυνση της αύξησης των συντάξεων και άλλες μεταφορές κεφαλαίων, θα δοθεί ώθηση στην παραγωγικότητα και θα σημειωθεί μείωση στα ελλείμματα και στη φορολογία των μισθών προς όφελος όλων των Ευρωπαίων. Η ευρωζώνη χρειάζεται να υιοθετήσει τέτοια πολιτική.

*Ο Martin Feldstein είναι πρώην πρόεδρος των Οικονομικών Συμβούλων της αμερικανικής προεδρίας και καθηγητής οικονομικών του Harvard.

© The Financial Times Limited 2013. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v