Ευρωομόλογο τώρα ή ποτέ!

Η κρίση έχει μεταδοθεί σε Ιταλία και Ισπανία. Κατά τη Lagarde, η Ε.Ε. απειλείται με ύφεση. Μόνη μακροπρόθεσμη επιλογή είναι το ευρωομόλογο. Εάν αργήσει, τότε ακόμη και αυτό μπορεί να μη δίνει λύση, λέει ο W. Munchau.

  • Wolfgang Munchau
Ευρωομόλογο τώρα ή ποτέ!
Η καθολική εμπειρία από τη διαχείριση της χρηματοοικονομικής κρίσης είναι πως όσο περισσότερο αναβάλουμε την αντιμετώπισή της τόσο πιο δαπανηρή θα είναι τελικά. Σε αυτό το σημείο βρισκόμαστε τώρα στην ευρωζώνη. Πριν από δύο μήνες, λέγανε ότι το χειρότερο που θα μπορούσε να συμβεί ήταν η μετάδοση της κρίσης στην Ιταλία και στην Ισπανία με παράλληλη καθυστέρηση της οικονομικής ανάκαμψης.

Η κρίση έχει πλέον μεταδοθεί στην Ιταλία και στην Ισπανία, ενώ η ανάπτυξη στην ευρωζώνη έχει επιβραδυνθεί. Το επόμενο κεφάλαιο σε αυτήν την τραγωδία θα ήταν η επιστροφή στην ύφεση. Και δεν πρόκειται για ένα απομακρυσμένο σενάριο. Η κ. Christine Lagarde, η γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, προειδοποίησε, αυτό το σαββατοκύριακο, με ενθαρρυντική ειλικρίνεια ότι ο κίνδυνος ύφεσης είναι σημαντικός και ζήτησε άμεση πολιτική δράση.

Η κρίση έχει πλέον τέτοια δυναμική που καθιστά μη λειτουργικό τον μηχανισμό αντιμετώπισης. Το ευρωπαϊκό ταμείο χρηματοοικονομικής σταθερότητας (EFSF) δημιουργήθηκε για τον χειρισμό των προβλημάτων σε μικρές χώρες, όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία. Ο μηχανισμός είναι άχρηστος για την προστασία της Ιταλίας ή της Ισπανίας. Εάν, από την άλλη πλευρά, αυξηθεί η δυνατότητα χρηματοδότησης του ταμείου, στα 2 τρισ. ευρώ για παράδειγμα, τότε η Γαλλία θα κινδυνεύσει να χάσει την αξιολόγηση του τριπλού «Α». Έτσι, όμως, θα μειωθεί και η δυνατότητα χρηματοδότησης του EFSF.

Εάν ο στόχος είναι να στηριχτούν η Ιταλία ή η Ισπανία, τότε η μόνη μακροπρόθεσμη λύση είναι το ευρωομόλογο.

Δυστυχώς, το ομόλογο της ευρωζώνης δεν είναι κάτι που μπορεί να αποφασιστεί και να παρουσιαστεί σε μία έκτακτη μεταμεσονύκτια σύνοδο των υπουργών Οικονομικών. Απαιτεί νέους θεσμούς. Πρέπει να γίνει έπειτα από μία διαδικασία πολλών επιπέδων, όπως ακριβώς έγινε και με την υιοθέτηση του ευρώ κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990. Τα ευρωομόλογα απαιτούν αλλαγή στις ευρωπαϊκές συνθήκες και τροποποίηση στο Σύνταγμα αρκετών κρατών-μελών.

Προ της κρίσης, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα δημιουργούσε μία επιτροπή η οποία για ένα ή δύο χρόνια θα σχεδίαζε το βασικό πλάνο για την υιοθέτηση του ευρωομολόγου. Στη συνέχεια θα γίνονταν μία διακρατική διάσκεψη και μία δραματική σύνοδος κορυφής. Και μετά, βεβαίως, θα έπρεπε να περάσουν κάποια χρόνια μέχρι να υλοποιηθούν οι αποφάσεις.

Η κρίση θα μπορούσε να επιταχύνει κάποιες από αυτές τις διαδικασίες. Για να γίνει κάτι τέτοιο, όμως, απαιτείται πολιτική ηγεσία, η οποία δυστυχώς δεν υπάρχει. Η θλιβερή διαμάχη για τη διμερή συμφωνία της Φινλανδίας με την Ελλάδα ως προς την παροχή εγγυήσεων για τη φινλανδική χρηματοδότηση στο νέο ελληνικό πακέτο είναι ενδεικτική. Ακόμη και τώρα, τα μέλη της ευρωζώνης διαφωνούν για τις λεπτομέρειες ενός πακέτου που δεν είναι ουσιωδώς σημαντικό για το μέλλον του ευρώ.

Ας φανταστούμε ότι ζητείται αύριο από τη Γερμανία, την Ολλανδία ή τη Φινλανδία να υπογράψουν τη συμφωνία για ευρωομόλογο. Την προηγούμενη εβδομάδα, υπήρξε σχεδόν καθημερινά σχετική δήλωση από τη Γερμανίδα καγκελάριο κ. Angela Merkel, που το απέκλειε. Ο κ. Mark Rutte, ο πρωθυπουργός της Ολλανδίας, δήλωσε ότι για να συμβεί κάτι τέτοιο απαιτείται πρώτα δημοσιονομική ένωση. Ο πρωθυπουργός της Φινλανδίας, κ. Jyrki Katainen, επίσης αντιτίθεται, αν και περιμένει ότι το θέμα θα συζητηθεί το φθινόπωρο. Ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, κ. Wolfgang Schaeuble, δήλωσε ότι προϋπόθεση είναι μία ισχυρή πολιτική ένωση - ένας εύσχημος τρόπος για να πει όχι.

Μήπως όλοι τους μπλοφάρουν; Ίσως, αλλά μέχρι κάποιο σημείο. Γνωρίζω ότι οι αναλυτές έχουν γίνει εξαιρετικά κυνικοί κάθε φορά που η κ. Merkel αντιτίθεται σε κάτι δημοσίως. Διαφώνησε σε κάθε μέτρο για την αντιμετώπιση της κρίσης, από το πρώτο πακέτο στήριξης για την Ελλάδα μέχρι την επέκταση των αρμοδιοτήτων του EFSF, για να δώσει λίγο αργότερα τη συγκατάθεσή της. Θα μπορούσε και το ευρωομόλογο να έχει την ίδια τύχη της αρχικής άρνησης και της τελικής συγκατάβασης; Μήπως η κ. Merkel περιμένει να πάρει το πράσινο φως από την Bundestag για τις αλλαγές ως προς το EFSF για να μαλακώσει τους τόνους;

Γνωρίζω ότι υπάρχουν άνθρωποι κοντά στην κ. Merkel και τον κ. Schaeuble που συμφωνούν ότι το ευρωομόλογο είναι η μόνη λύση στην αντιμετώπιση της κρίσης. Δεν θα μου προκαλούσε έκπληξη εάν είχαν ήδη καταρτίσει ένα σχέδιο εκτάκτου ανάγκης. Πολιτικοί παράγοντες, όμως, τους συγκρατούν. Η κ. Merkel καλείται να δώσει μία δύσκολη μάχη για να πετύχει κοινοβουλευτική πλειοψηφία στην επέκταση των αρμοδιοτήτων και των κεφαλαίων του EFSF. Πιθανότατα θα κερδίσει, αλλά ίσως να μην κερδίσει την αντίστοιχη μάχη για το ευρωομόλογο. Ο συνασπισμός της μπορεί να καταρρεύσει.

Έτσι, λοιπόν, εκτιμώ ότι η Ελλάδα και η Ιταλία δεν θα μπορέσουν να παραμείνουν στην ευρωζώνη επ’ αόριστον χωρίς ευρωομόλογο. Παράλληλα, όμως, εκτιμώ ότι δύσκολα η Γερμανία, η Φινλανδία και η Ολλανδία θα συμφωνήσουν. Κατά συνέπεια, κάτι θα πρέπει να γίνει. Ένα μικρό ευρωομόλογο, που θα κάλυπτε μόνο ένα ποσοστό του κρατικού χρέους, είναι μία ελκυστική μέση λύση, αλλά δεν αντιμετωπίζει την κρίση. Ενδεχομένως, μετά τις εκλογές του 2013, μία κυβέρνηση σοσιαλδημοκρατών στη Γερμανία να μπορούσε να συμφωνήσει στο ευρωομόλογο. Θα ήταν, όμως, πολύ αργά. Ίσως, πάλι, το επόμενο στάδιο της κρίσης να είναι τόσο σκληρό που να αποδεχτούν άπαντες το ευρωομόλογο ως λιγότερο επώδυνη λύση. Κάτι τέτοιο θα είχε αποτέλεσμα, ωστόσο δεν είναι ένα επιθυμητό σενάριο.

Βραχυπρόθεσμα, λύση δίνεται από το εκτεταμένο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που πλέον ξεπερνά τα 100 δισ. ευρώ. Γνωρίζω, όμως, ότι αρκετά μέλη του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ ψηφίζουν πλέον ενάντια στο πρόγραμμα. Αυτό σημαίνει πως η κοινή γραμμή πλεύσης είναι εξαιρετικά ευάλωτη και το πρόγραμμα μπορεί να μη συνεχιστεί επ’ αόριστον.

Αυτή η διττή αβεβαιότητα για το ευρωομόλογο αλλά και για το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ εξηγεί γιατί είναι απολύτως λογικό που οι επενδυτές «στοιχηματίζουν» ενάντια στην ευρωζώνη. Αυτό σημαίνει ότι η κρίση θα συνεχιστεί και θα γίνει χειρότερη και πιο δαπανηρή. Εάν δεν υπάρξει κάποια θεαματική αλλαγή πολιτικής πολύ σύντομα, τότε ακόμη και το ευρωομόλογο μπορεί να μην αρκεί για να αντιμετωπιστεί η κρίση.
© The Financial Times Limited 2011. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v