Η κατάρρευση της αγοράς ομολόγων και το G20

Οι κυβερνήσεις είτε θα συνεχίσουν να αντικαθιστούν την αγορά ομολόγων είτε πρέπει να προσαρμοστούν σε έναν κόσμο δαπανηρής πίστωσης. Οι κεντρικοί τραπεζίτες μισούν την πρώτη επιλογή. Οι πολιτικοί τη δεύτερη.

  • Gillian Tett
Η κατάρρευση της αγοράς ομολόγων και το G20
Στο αποκορύφωμα της πιστωτικής φούσκας τον Ιούνιο του 2007, οι Ευρωπαίοι τραπεζίτες που εργάζονταν στον πολύπλοκο κόσμο των ομολόγων ήταν τόσο αισιόδοξοι για το μέλλον που στην ετήσια συνάντησή τους στη Βαρκελώνη έκαναν πάρτι όπου έρρεε άφθονη σαμπάνια.

Η κατάσταση όμως δεν είναι πια η ίδια. Την προηγούμενη εβδομάδα το European Securitization Forum -το όργανο που αντιπροσωπεύει τραπεζίτες οι οποίοι κινούν τα νήματα στην αγορά ομολόγων- πραγματοποίησε την ετήσια συνεδρίασή του στην Edgware Road, σε ένα από τα φτωχά προάστια του Λονδίνου. Οι συμμετέχοντας, καθώς έπιναν τον καφέ τους, συνειδητοποίησαν πως η προσοχή δεν ήταν πλέον στραμμένη στους εκπροσώπους των hedge funds όπως στο παρελθόν, αλλά στους κυβερνητικούς αξιωματούχους και συγκεκριμένα στα στελέχη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Στη συνεδρίαση του G20 στο Τορόντο αυτήν την εβδομάδα, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη αυτή η συμβολική αλλαγή τάσης. Δείχνει ένα θέμα που αποκτά ολοένα αυξανόμενη οικονομική σημασία.

Τα πρώτα 7 χρόνια της προηγούμενης δεκαετίας, ο κλάδος ομολόγων επεκτάθηκε με εντυπωσιακούς ρυθμούς, παρέχοντας ένα ολοένα αυξανόμενο ποσοστό της πίστωσης με την οποία χρηματοδοτήθηκε η δυτική ανάπτυξη. Από τα μέσα του 2007, επί παραδείγματι, όμιλοι όπως η Citi εκτιμούν ότι τιτλοποιήθηκαν στοιχεία ενεργητικού αξίας περίπου 8.000 δισ. δολ., τα οποία αντιστοιχούν σχεδόν στο ήμισυ όλης της δημιουργίας πίστωσης σε κάποιους κλάδους. Έτσι… η σαμπάνια έρρεε.

Ακολουθήστε το Euro2day.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του Euro2day.grFOLLOW USΑκολουθήστε τη σελίδα του Euro2day.gr στο LinkedinΜε τη χρηματοοικονομική κρίση, όμως, οι αγορές αυτές κατέρρευσαν. Τον προηγούμενο χρόνο, για παράδειγμα, πουλήθηκαν εγγυημένες δανειακές υποχρεώσεις αξίας μόλις 4 δισ. δολ., έναντι 520 δισ. δολ. το 2006. Στην Ευρώπη, πουλήθηκαν φέτος τιτλοποιημένα ομόλογα αξίας περίπου 30 δισ. δολ., έναντι 500 δισ. δολ. πριν από την κρίση.

Προς το παρόν, ελάχιστοι εκτός του τραπεζικού κλάδου έχουν πραγματικά προσέξει αυτήν την κατάρρευση, κυρίως επειδή οι κυβερνήσεις έχουν παρέμβει καλύπτοντας το κενό. Στις ΗΠΑ, επί παραδείγματι, η Fed έχει αγοράσει ενυπόθηκους τίτλους αξίας 1.250 δισ. δολ. Στην Ευρώπη, η Τράπεζα της Αγγλίας και η ΕΚΤ έχουν συσσωρεύσει ενυπόθηκα ομόλογα και άλλα τιτλοποιημένα στοιχεία ενεργητικού μέσω συμφωνιών repo. Πριν από το 2007, οι τράπεζες της ευρωζώνης είχαν πουλήσει περίπου το 95% των τιτλοποιημένων προϊόντων τους σε επενδυτές του ιδιωτικού τομέα. Τώρα το ποσοστό αυτό περιορίζεται κάτω από το 5%, με το υπόλοιπο να απορροφάται κυρίως από την ΕΚΤ.

Το κρίσιμο ερώτημα είναι πόσον καιρό θα συνεχιστεί αυτό το μοτίβο. Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι όλες οι δυτικές κεντρικές τράπεζες δεν δέχονται εύκολα πως οι ίδιες έχουν πρακτικά αντικαταστήσει ή μάλλον έχουν γίνει η σφαίρα τιτλοποίησης. Αναζητούν κατά συνέπεια στρατηγικές εξόδου και καλούν τον τραπεζικό κλάδο να προχωρήσει στην επανεκκίνηση της μηχανής τιτλοποίησης.

Την προηγούμενη εβδομάδα, στη συνεδρίαση στην Edgware Road, η συζήτηση επικεντρώθηκε στη διαφάνεια του κλάδου έτσι ώστε να γίνει πιο αξιόπιστος και να επιστρέψουν σε αυτόν οι επενδυτές. Ο κ. Jose Manuel Gonzalez Paramo, επικεφαλής αγορών στην ΕΚΤ, παρατήρησε: «Μια ανάκαμψη στην αγορά τιτλοποιημένων προϊόντων σε πιο υγιή βάση παραμένει κρίσιμη από μακροοικονομική άποψη».

Ενώ τέτοιες μεταρρυθμίσεις είναι θετικές, δυστυχώς δεν είναι επαρκείς. Το 2007, όταν οι τραπεζίτες κερνούσαν σαμπάνιες, μία μεγάλη πηγή ζήτησης τιτλοποιημένων ομολόγων προέκυπτε από αγοραστές που είχαν σχεδόν «εφευρεθεί» - τράπεζες και τραπεζικά χρηματοδοτούμενα οχήματα που ακολουθούσαν στρατηγικές ανάπτυξης έτσι ώστε να εκμεταλλευτούν κενά στη νομοθεσία και στη διαδικασία αξιολόγησης, χρηματοδοτούμενες από τεχνητά φθηνά δάνεια.

Η φθηνή χρηματοδότηση έχει έκτοτε εξαφανιστεί και οι κυβερνήσεις είναι αποφασισμένες να κλείσουν αυτά τα κενά στη νομοθεσία και στη διαδικασία αξιολόγησης. Ως αποτέλεσμα, αυτοί οι «αγοραστές» έχουν εξαφανιστεί.

Τα παραπάνω, ωστόσο, δεν συνεπάγονται κατ’ ανάγκη το τέλος της τιτλοποίησης. Ούτως ή άλλως, υπάρχουν ακόμη πραγματικοί επενδυτές, όπως είναι τα ασφαλιστικά ταμεία, που μπορούν να αγοράσουν τιτλοποιημένα ομόλογα. Αλλά εάν επανεμφανιστούν πραγματικοί επενδυτές, θα ζητήσουν πολύ καλύτερες αποδόσεις. Αυτό σημαίνει πως η αγορά θα είναι μικρότερη στο μέλλον και το κόστος χρηματοδότησης υψηλότερο.

Κατά συνέπεια, οι ηγέτες του G20 έχουν ένα δύσκολο δίλημμα: είτε οι κυβερνήσεις θα συνεχίσουν να αντικαθιστούν επ’ αόριστον την αγορά τιτλοποιημένων προϊόντων, έτσι ώστε να διατηρηθεί η ανάπτυξη της πίστωσης, είτε θα πρέπει να προσαρμοστούν σε έναν κόσμο όπου η πίστωση έχει εκλογικευτεί και είναι πιο δαπανηρή. Οι περισσότεροι κεντρικοί τραπεζίτες μισούν την πρώτη επιλογή. Οι πολιτικοί αντιπαθούν τη δεύτερη…

Σε κάθε περίπτωση, το ηθικό δίδαγμα είναι ξεκάθαρο. Τα θέματα που συζητούνται στο Τορόντο και στην Edgware Road είναι συνδεδεμένα. Όποιος θέλει να κατανοήσει τι μπορεί να συμβεί στην παγκόσμια ανάπτυξη θα πρέπει να μελετήσει τι συμβαίνει στην αγορά ομολόγων, ή ακόμη πιο σωστά… τι δεν συμβαίνει…
© The Financial Times Limited 2010. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

v