Κατά τη χθεσινή συνέντευξη Τύπου, ο διευθύνων σύμβουλος της ΑΓΕΤ Ηρακλής κ. Γιώργος Μίχος αναφέρθηκε στο έντονο αποτύπωμα του ομίλου στην ελληνική οικονομία και στις σχεδιαζόμενες επενδύσεις των επόμενων ετών, τονίζοντας τον μακροπρόθεσμο ρόλο που θέλει να διαδραματίσει η ΑΓΕΤ στη χώρα («θέλουμε να υπάρχουμε και τα επόμενα πενήντα χρόνια»).
Απαντώντας ωστόσο σε μια σειρά δημοσιογραφικών ερωτήσεων, προέκυψε σειρά δυσκολιών που αντιμετωπίζουν όσοι επιλέξουν να επενδύσουν στην Ελλάδα. Ανέφερε μεταξύ άλλων:
• Σημαντικό για έναν επενδυτή είναι να υπάρχει προβλεψιμότητα και αυτό εξασφαλίζεται από τη σταθερότητα του περιβάλλοντος. Δεν γνωρίζουμε την εξέλιξη των συζητήσεων με τους πιστωτές, όπως επίσης δεν γνωρίζουμε και το φορολογικό πλαίσιο που θα ισχύσει, σημείωσε.
• Αν η χώρα θέλει να αναπτύξει τη βιομηχανία της, ο παράγοντας του ενεργειακού κόστους είναι πολύ βασικός.
• Σε σχέση με την κορυφή του 2006, η εγχώρια ζήτηση έχει υποχωρήσει περισσότερο από 80%. Η πορεία των δημοσίων έργων θα εξαρτηθεί σε σημαντικό βαθμό από τη συμφωνία της χώρας με τους πιστωτές, ενώ όσον αφορά στην ιδιωτική ζήτηση, παρατηρείται στάση αναμονής, μέχρι να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα.
• Η κυβέρνηση ψήφισε νόμο που επιτρέπει στην περιοχή της Δραπετσώνας μόνο «ήπιες χρήσεις», όταν εδώ και τόσα χρόνια η ΑΓΕΤ Ηρακλής λειτουργεί νόμιμα εκεί. Η τσιμεντοβιομηχανία, αν χρειαστεί, θα προασπίσει τα συμφέροντα των μετόχων της.
• Παρά τα σημαντικά προγράμματα αναδιάρθρωσης των τελευταίων ετών και τις υψηλές εξαγωγές (γύρω στο 60% της παραγωγής), είναι αμφίβολο αν η ΑΓΕΤ Ηρακλής θα αποφύγει και φέτος το ζημιογόνο αποτέλεσμα.
Ο όμιλος LafargeHolcim συγκαταλέγεται (μέσω της ΑΓΕΤ Ηρακλής) στους μεγαλύτερους ξένους επενδυτές της Ελλάδας.
Ρωτήσαμε λοιπόν τον κ. Μίχο για το τι απαντά σε ξένους υποψήφιους επενδυτές όταν τον ρωτούν για τη χώρα. «Τους αναφέρουμε τις δυσκολίες, αλλά επιπλέον τους τονίζουμε τα δυνατά στοιχεία της Ελλάδας, που σίγουρα είναι το ανθρώπινο δυναμικό της και οι δυνατότητές της για ανάπτυξη», απάντησε χαρακτηριστικά.